21.11.13

Από τη δραματολογική ερμηνεία του 1989 στη συμβολική «εκφωρά» του 2013



Ας αρχίσω από το γενικά αποδεκτό: η εγκυρότητα του ρεαλισμού αξιολογείται στη βάση μιας ιστορικής σχετικότητας, ενόσω οι ιδέες επαναθεωρούνται και, ως δομικά στοιχεία κοινωνικής υπόστασης, που διεκδικούν όρους δικαίου εκ νέου, καθορίζουν τη φυσιογνωμία της συνείδησης· μια δυναμική διεργασία εγρήγορσης, όπου αρτιώνονται αποφάσεις και δεσμεύσεις.

Εν προκειμένω, ο «Περιποιητής Φυτών», του Παύλου Μάτεσι, είναι μια ονειρική –διά της ιστορίας (τι συμβαίνει;)- και συνάμα ρεαλιστική –διά του λόγου (περί τίνος πρόκειται;)- αλληγορία για την ανθρώπινη υπόσταση και τη δυσφορία της, ιδωμένη ως λεκτική-γραμματική γένεση από παράδοξες χωροχρονικές καταστάσεις της ζωής. Είναι ένα κείμενο πέραν της ελληνικότητας, το οποίο, λόγω του «πραγματικού, ρεαλιστικού διαλόγου» -βλ. Τάσος Λιγνάδης ‘‘Μία παράσταση στην εγκόσμια νέκυια. "Περιποιητής φυτών" του Π. Μάτεσι στο Εθνικό Θέατρο’’, Η Καθημερινή 9.4.1989-  επιχειρεί να εγείρει στον αναγνώστη-θεατή ερωτήματα περί της θέσης του στον κόσμο και περί των κλειστοφοβικών συνθηκών, γύρω από τις οποίες έχει διαμορφώσει τη μικροαστική ζωή του.

Ειδικότερα, με το «θέατρο μέσα στο θέατρο», ο Μάτεσις χτίζει έναν αλληγορικό μύθο για το ανθρώπινο ψυχοκοινωνικό σύμπαν, σε έναν «ου τόπο» και σε ένα χρόνο που δεν είναι χρόνος δράσης, αλλά αποκύημα μιας ενοχικής άρνησης, όταν η δράση-παραλλαγή άγχους και, άρα, εκμυστηρευμένη ως η άλλη όψη της ενοχής- θα σήμαινε τη μεταγωγή σε ένα υλικό πρότυπο διατήρησης της ιδιοκτησίας. Σε καθεστώς αναζήτησης της δημιουργικότητας και του δαιμονίου, του θεού στην τέχνη, αντί της ιδιοκτησίας, προέχει η ‘‘ιδιοχειρία’’. Ωστόσο, το κείμενο περιπαίζει τον εαυτό του, παράλληλα με την άλλη πραγματικότητα της πλειοψηφίας, πως υπάρχει θεός, υπάρχει γραμματική. Οπότε, ας μην παρεκκλίνουμε.

Στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, ο «Περιποιητής Φυτών» σε σκηνοθεσία του Έκτορα Λυγίζου, - με τους Μιχάλη Κίμωνα (περιποιητή), Δημήτρη Παπανικολάου (Κωνστάντιο) και Γιώργο Συμεωνίδη (Φρίξο)-, ασφαλώς και διαφέρει από την παράσταση του 1989, με το Γιώργο Μιχαλακόπουλο (Κωνστάντιο), το Σπύρο Κωνσταντόπουλο (Φρίξο) και τον Αριστοτέλη Αποσκίτη (περιποιητή), σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου. Μια επαφή με το ψηφιοποιημένο υλικό του Εθνικού Θεάτρου, άλλωστε, δείχνει το πέρασμα από τη δραματολογική ερμηνεία του 1989 στη συμβολική «εκφωρά» του 2013, όπου – για να κλείσω το μάτι (που θυμάται) στον Ντεριντά- ως «εκφωρά» εντοπίζεται η διαφορετική απόδοση του κειμένου, με την ενσώματη χρήση της χειρονομίας, τη λιτή χρήση αντικειμένου και την αφομοίωση της σιωπής. Κάποτε, η «βοήθεια»-του 1989- θα ερμηνευόταν ως κραυγή, απόγνωση, δραματική ένταση. Πλέον, η «βοήθεια» του Λυγίζου δεν σημαίνει την επιθυμία για τη σωτηρία, διότι δεν υπάρχει σωτηρία. Υπάρχει δυσφορία, όπως προκύπτει από τη συνείδηση του σκηνοθέτη και την παρέμβαση τόσο στο κείμενο όσο και στις αποδόσεις των ηθοποιών.

Ασφαλώς και το κείμενο αλλάζει, για να γίνει και διαυγές αποτύπωμα της κίνησης, της σωματικής συμμετοχής. Επί παραδείγματι, ακούμε ότι «η τέχνη είναι της αποκάλυψης» αντί του πρότερου: «εμείς προσφέρουμε τέχνη της αποκαλύψεως και όχι έργα χαρτομάντιλα της μιας χρήσεως». Κατά συνέπεια, το χιούμορ μεταστρέφεται της φάρσας και της ατάκας για να γίνει πιο οντολογικό, εγγενές της διατύπωσης-ένδειξης. Συνδηλώνει το απολεσθέν, την αλήθεια. Ιδιαίτερα ευφυές προκύπτει το αποτέλεσμα, ενώ η σκηνική πραγματικότητα της επιφάνειας υπακούει στη συνθήκη να προχωράς στα όρια, καταρρίπτοντας σύνορα. Και οι τρεις ηθοποιοί αποδίδουν σε ένα καλά οργανωμένο σύνολο, δυσκολότερος ρόλος εκ των οποίων είναι του περιποιητή, ενόσω φέρει το κλειδί της αλληγορίας, ως μαθητής-θεατής και, άρα, ως αυτός που περιμένει, υπομένει, επιμένει. Στην περίπτωση Λυγίζου, τώρα, και σε αυτήν την παράσταση – όπως και στις «Βάκχες»- λειτούργησε το μη κουστούμι, η μη αμφίεση ως η άλλη αμφίεση, πιο κοντά στο στοιχείο του ρεαλισμού, στη φυσική κατάσταση, κόντρα στην πλαισίωση. Πήγαινε στο κείμενο η επιλογή. Και σε αυτήν την παράσταση, υπάρχει το ομοφυλοφιλικό στοιχείο. Προφανώς, πρόκειται για μια συνθήκη επιμερισμού, στη βάση της οποίας αρθρώνονται και οι όποιες ιδεολογικές-θεατρολογικές διαφορές.  Μέχρι στιγμής, δεν είναι καθαρό ότι πρόκειται για μανιερισμό, το μέλλον θα δείξει.


Σκηνοθεσία Έκτορας Λυγίζος
Σκηνικά - Κοστούμια Κλειώ Μπομπότη
Φωτισμοί Δημήτρης Κασιμάτης
Μακιγιάζ Ιωάννα Λυγίζου
Βοηθός σκηνοθέτη Εύα Βλασσοπούλου
Διανομή:
Περιποιητής φυτών Μιχάλης Κίμωνας
Κωνστάντιος Δημήτρης Παπανικολάου
Φρίξος Γιώργος Συμεωνίδης

Flash back στο 1989


 * Σχόλιο: δεν είναι επιχείρημα, και πόσο μάλλον από ανθρώπους πανεπιστημιακού προφίλ, ότι άσχημα ξεκίνησε το Εθνικό, επειδή δεν είχε κόσμο. Και κόσμο είχε, και συμπεριφορές. Ότι (στις 13/11) ένας ηλικιωμένος έφυγε πριν από το τέλος, βάζοντας την ταξιθέτρια να του βρει την ομπρέλα του, και δυο κοπέλες είδαν το έργο για σφηνάκι, αποχωρώντας ηχηρά κι ωραία, δεν απαντούν στην επιτυχία ή μη του εγχειρήματος. Αν το ζήτημα πολιτικής για το θέατρο είναι οπωσδήποτε να γίνουμε φίσκα, τότε θα έχουμε φούσκα όπως daddy dont preach

8.11.13

Πόσο φιλελεύθερος είναι ο νεοφιλελευθερισμός ; Στο Κόκκινο, 9/11, 11-12

6η εκπομπή  Στο Κόκκινο 105,5
 
Θεωρία στον Αέρα : Έννοιες – Ιδέες – Κριτική
με τη στήριξη του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς
 
 
 
Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013, 11-12 το πρωί
 
 
Πόσο φιλελεύθερος είναι ο νεοφιλελευθερισμός ;
 
 
 
Θα μιλήσουν
 
Μανόλης Αγγελίδης, καθηγητής Πολιτικής Θεωρίας,
                       Πάντειο Πανεπιστήμιο
 
 
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας
                         Πανεπιστημίου Αθηνών
 
 
Τη συζήτηση θα συντονίσει
 
ο Νίκος Θεοχαράκης, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας,
Πανεπιστήμιο Αθηνών
 
Η προγραμματισμένη εκπομπή του περασμένου Σαββάτου (2/11/) με θέμα:
Προς τι οι Φυσικές Επιστήμες;
με συντονιστή τον Αριστείδη Μπαλτά και ομιλητές τους Άρι Αραγεώργη και
Μαρία Ρετεντζή αναβλήθηκε για έκτακτους λόγους. Θα μεταδοθεί πολύ σύντομα.
 

7.11.13

Miss Violence του Αλέξανδρου Αβρανά: Ο tempora, ω μπόρες!



Με αργυρό λιοντάρι σκηνοθεσίας στη Βενετία και Κύπελλο Βόλπι ανδρικής ερμηνείας για τον Θέμη Πάνου, η «Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά  έχει ήδη εξασφαλίσει μια σημαντική θέση στο χώρο του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Και τούτο διότι, αφορά σε μια πρόταση συγκεκριμένου ύφους, θέματος και απόδοσης. Για αυτό κι ευστοχεί, αναδεικνύοντας τη συνεκτική δυναμική του σεναρίου που συνυπογράφουν οι Αβρανάς και Περούλης. Πρόθεσή τους είναι, οι θεατές να φτάσουν στη σύλληψη της ιστορίας και του θέματος: στη βία και τις προεκτάσεις της στην ιδιωτικότητα, ενώ οι τελευταίες αντιδιαστέλλουν την έλλογη, πολιτιστική καλλιέργεια του πολίτη, επιστέγασμα της αστικής δημοκρατίας. Ως εκ τούτου, η επιλογή αυτή, που είναι υπέρ της σύλληψης περισσότερο και λιγότερο υπέρ της ανάγνωσης, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αποσκοπεί στην αφαίρεση και εμμένει στο συγκεκριμένο, τόσο στην εικόνα όσο και στην αφήγηση. Στο σύνολό της, η λιτή κινηματογραφική γλώσσα, από την αυτοκτονία της μικρής Αγγελικής -στο πάρτυ γενεθλίων- μέχρι το τέλος, ταυτίζει την πράξη του κοριτσιού με την αποκλειστική διεκδίκηση της αθωότητας και της αγνότητάς της. Τραγικός εκ προοιμίου είναι ο χαρακτήρας του θέματος, εν τούτοις η σύγχρονη απόδοση επιτυγχάνεται κατά τρόπο ρεαλιστικό, που αποφορτίζει το φυσικό βάρος και γλιτώνει από τον κίνδυνο της ηθικολογίας. Οι εξαιρετικές ερμηνείες του Θέμη Πάνου, της Ρ. Πιττακή και της Ελένης Ρουσσινού και η οργανωμένη σκηνοθεσία διαμορφώνουν μια ταινία κλειστή στον εαυτό της μεν, αλλά οπωσδήποτε σίγουρη για αυτό που είναι. Με αρχή, μέση, τέλος, η «Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά θίγει την υποκρισία και την ανοχή της ελληνικής οικογένειας, της κοινωνίας καθώς και των θεσμών της Πρόνοιας, με καυστικό χιούμορ και αποστομωτική ευθύτητα. Όταν όλα καταρρέουν, η Πρόνοια ελέγχει καζανάκια! Αυτά είναι.

4.11.13

10η μέρα, του Βασίλη Μαζωμένου



Θα μπορούσε να έχει τίτλο «Η Οδύσσεια ενός πρόσφυγα». Πρωταγωνιστής της ταινίας «10η μέρα» του Βασίλη Μαζωμένου είναι ο Αλί, ο πρόσφυγας που έχει μόνο το όνομά του κι έμεινε χωρίς χρήματα, φίλους και πατρίδα. Ταξίδεψε από το Αφγανιστάν στην Περσία, για να γλιτώσει από τους ταλιμπάν, από εκεί πέρασε στην Τουρκία και, από τη Σμύρνη διά θαλάσσης, κατέληξε στην Αθήνα, με τον επιθυμητό στόχο να μεταβιβαστεί στην Ευρώπη. Τελική διαπίστωση ήταν ότι η Ευρώπη δεν είναι παρά ένα ακόμη όνομα, για κάποιον που είναι και παραμένει ξένος, που σημαίνει ότι δεν έχει πρόσβαση ούτε βοήθεια από την πολιτεία, στον τρόπο ζωής που θα ήθελε και θα έπρεπε να έχει, σύμφωνα με τις ανθρώπινες αξίες και τα δικαιώματα της ελευθερίας και της ελεύθερης βούλησης.

Σε ένα σύντομο οδοιπορικό, ο σκυμμένος-κρυμμένος άνθρωπος με το καροτσάκι στέλνει το άγρυπνο βλέμμα του στην πόλη της Αθήνας στα γόνατα, των τουριστών και των απασχολημένων. Θυμάμαι και τις σελίδες της λογοτεχνίας και του Ορχάν Παμούκ, ο οποίος στο «Χιόνι» (εκδόσεις Ωκεανίδα) καταθέτει: «Τις πιο πολλές φορές δεν είναι ο Ευρωπαίος που μας περιφρονεί. Κοιτάζοντας εμείς αυτόν, περιφρονούμε τον εαυτό μας». Βέβαια, εκ πρώτης όψης, η ιστορία του Αλί δείχνει πόσο οι άλλοι, οι πολιτισμένοι Ευρωπαίοι τον έχουν εκμεταλλευτεί και περιφρονήσει. Ωστόσο, μπροστά στην έκθεση απέναντι στους άλλους και στο βλέμμα τους πάνω του, ανέγνωρος υπό σκιά μεταξύ ανέγνωρων στο πλούσιο φως, φαίνεται πως και ο ίδιος, εκ νέου, περιφρονεί τον εαυτό του. Επιπρόσθετα, μέσα από την πίστη του στο θεολογικό δίκαιο, του ισλάμ, ο Αλί έχει εκπαιδεύσει το σώμα του να υπομένει το μαστίγωμα και να θυσιάζεται για να εξιλεωθεί, στο όνομα της θρησκευτικής παράδοσης, στη βάση της οποίας ξεκλειδώνεται και ο τίτλος της ταινίας ως αποιεροποιημένο σύμβολο.   

Έχοντας ήδη τιμηθεί με βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και φωτογραφίας στο London Greek Film Festival, με ειδικό βραβείο επιτροπής στο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου και με το Cypress Veterans Award στο 8ο διεθνές φεστιβάλ της Κύπρου, η ενδιαφέρουσα και συνεκτική ανθρωποκεντρική ματιά του Μαζωμένου στο ζήτημα της προσφυγιάς και της μετανάστευσης, θίγει τη σχέση με το σήμερα και τους αμέτρητους άλλους-ανώνυμους που συναντούμε στο διάβα μας, χωρίς να μας απασχόλησε η ιστορία τους.

Από τις 7/11 αποκλειστικά στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος
Ιερά Οδός 48, Αθήνα
Με την υποστήριξη Ε. Κ. Κ & Ε. Ρ. Τ

*Είδηση:
Ενδιαφέρουσα εκδήλωση απόψε, 4/11 στις 19.00, Σκουφά και Γριβαίων, για την ταινία και τα θέματα ξενοφοβίας και ρατσισμού, με το σκηνοθέτη Βασίλη Μαζωμένο και τους:
Γρηγόρη Βαλλιανάτο, Γιάννη Ανδρουλιδάκη, Στέλιο Ελληνιάδη, Θανάση Κούρκουλα, Βασίλη Σωτηρόπουλο και Νίκο Τσιμπίδα.


Στην τοπολογία του «Αέρα»




Το νέο θεατρικό έργο Αέρας του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, -στο θέατρο «Πόλη»,- επικεντρώνει το ενδιαφέρον στις ενδοοικογενειακές σχέσεις δύο αδελφών, οι οποίες υπεραμύνονται των διαφορετικών προοπτικών και των γραμμών ισχύος του κόσμου τους. Στη συνάντησή τους, ύστερα από καιρό, βασικά θέματα διαχείρισης και κινητήρια, για την έναρξη της δράσης, είναι ο θάνατος της μητέρας και η επίδοση της κληρονομιάς. Η υπόθεση της τελευταίας ξεσκεπάζει τις σχέσεις με τα αφηγηματικά πρόσωπα, τους δύο αδελφούς της οικογένειας. Ωστόσο, ο ορίζοντας του κειμένου του «Αέρα» δεν τελειώνει στην άρθρωση του παρελθόντος. Συνδηλώνει τη σχέση με το άπιαστο: με αυτό που δεν εγκαλεί, κοινώς, το παρελθόν αλλά  ειδοποιείται μέσα από το παρελθόν και, «αυτό» δεν είναι παρά το βλέμμα.

Πώς ο Ζακ Λακάν έχει ορίσει το βλέμμα Στις Τέσσερις θεμελιακές έννοιες της ψυχανάλυσης (1964); Τίθεται προς ανάγνωση το εξής: «στη σχέση μας με τα πράγματα, τέτοια που έχει σχηματιστεί μέσω της όρασης, και διευθετηθεί στα σχήματα της παράστασης, κάτι γλιστρά, περνά, μεταδίδεται, από όροφο σε όροφο, για να παρακάμπτεται σε κάποιο βαθμό πάντοτε- αυτό ονομάζεται βλέμμα».

Ως εκ τούτου, στη σχίση ματιού και βλέμματος, το πρόβλημα δεν προκύπτει από το συμβάν αλλά έρχεται από τις ποιότητές του, τις λειτουργίες εκείνες που συνιστούν την αλήθεια, την τοποθετούν χωροχρονικά και, στη βάση τους, το βλέμμα δεν κοιτάει μόνο, αλλά δείχνει. Απέναντι στη διττότητα αυτή, η συνθήκη της οποίας επαληθεύεται στο κείμενο, ως κάτοπτρο της αδελφικής σχέσης, ο «Αέρας» θα ήταν αν μη τι άλλο εκείνο που προσφέρεται, στην άκρη ενός τόπου, για να καταγραφεί δωρεάν. Καθώς, όλα τα υπόλοιπα έχουν, εν καιρώ, αξιολογηθεί και αποτιμηθεί από τους χαρακτήρες του έργου, οι παρουσίες των οποίων εμφανίζονται ως λάφυρο, η μία για την άλλη. Διόλου τυχαίο είναι, εν τέλει, ότι το σπίτι βρίσκεται κοντά στη θάλασσα. Η θάλασσα, ως σημείο και τόπος αναφοράς, συγγενεύει με το βλέμμα-χρόνο. Το κύμα – εκ του «κυώ»- ηχοποιεί το αόρατο και άπιαστο, το αλάτι, ενώ δεν αποτυπώνεται επάνω στο δέρμα μέσα στο νερό. Από την άλλη, το κύμα θα ήταν το αντικείμενο της κίνησης της θάλασσας αλλά όχι περισσότερο από όσο το βλέμμα θα ήταν αντικείμενο για την ιστορία του ματιού. Αρμόζει καλύτερα, και στις δύο περιπτώσεις, η λέξη «περιεχόμενο».

Στο Πόλη, η θεατρική και σκηνοθετική υπόσταση του Αέρα, από τη Σύλβια Λιούλιου, αναμορφώνει την κειμενική πραγματικότητα με λιτό και εύστοχο τρόπο, συμβολικό στο σημείο που και ο φωτισμός αξιοποιείται κατάλληλα για να δώσει την γατίσια πινελιά του. Αποδίδει τη δυναμική του κειμένου και αναδεικνύει το προνόμιο μιας εξαιρετικής συνεργασίας, της ισχύος εν τη ενώσει. Οι ερμηνείες της Ρ. Πιττακή και της Ρ. Οικονομίδου με τις διακριτές επιλογές, -πιο καθολική και εξωστρεφής η πρώτη, πιο θυμικά προσωπογραφική αλλά κινησιολογικά αιχμαλωτισμένη, σε κανονιστικές αναφορές, η δεύτερη-, συνθέτουν μια ωραία παράσταση με κωμικογραφικές πόζες καθώς και συμμετοχικές σιωπές που, αν ήταν σε άλλα χέρια, πολύ εύκολα θα μπορούσε να ξεφύγει από τα όρια, ότι η θεατρική δράση αρχίζει εκεί που η προσοχή του θεατή επενεργεί, -ή, αλλιώς αν θέλετε, όπως το έθεσε ο Μαλλαρμέ, «η διανόηση του αναγνώστη από μόνη της σκηνοθετεί». Πράγματι, η Λιούλιου αφήνει στο θεατή τη δυνατότητα να βλέπει το κείμενο μαζί με την παράσταση. Είναι χαρά μας, ναι στην πλατεία Βικτωρίας, το «μέσα» να διεκδικεί τον πυρήνα του, όχι κόντρα αλλά μαζί με το «περίεργο έξω» που ζητεί σημεία προσδιορισμού, κοινώς το έργο του, σε μια Πόλη που διψά για σκέψη.  

Κείμενο: Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης
Σκηνοθεσία: Σύλβια Λιούλιου
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Επιμέλεια Κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
Μουσική: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Θεανώ Βασιλείου

Πρωταγωνιστούν (με  αλφαβητική σειρά):  Ράνια Οικονομίδου,  Ρένη Πιττακή


Παραστάσεις, ώρες και τιμές:

Δευτέρα & Τρίτη στις 20.30
20 € γενική είσοδος / 15 € φοιτητές
10 € άνεργοι, ΑΜΕΑ, νέοι κάτω των 23 ετών & συνταξιούχοι άνω των 65 ετών

Τετάρτη στις 18.30
15 € γενική είσοδος
10 € φοιτητές, άνεργοι, ΑΜΕΑ, νέοι κάτω των 23 ετών & συνταξιούχοι άνω των 65 ετών

Διάρκεια παράστασης: 120 λεπτά (με το διάλειμμα)

ΠΟΛΗ θέατρο
Φωκαίας 4 κ Αριστοτέλους 87 - Πλ. Βικτωρίας
(δίπλα στον ηλεκτρικό σταθμό)
Κρατήσεις: 211 18 28 900