Στο ερώτημα, τι είναι η συναισθησία, επιτέλους ένα βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις
εκδόσεις Πεδίο, στην ελληνική αγορά βιβλίου, έρχεται να απαντήσει δυναμικά. Συνδέοντας το θέμα με την πολυαισθητηριακή αντίληψη, στόχος και των επιστημόνων, της
Αργυρώς Βατάκη και της
Σταυρούλας Σαμαρτζή, που επιμελήθηκαν την εύχρηστη έκδοση, είναι να δυναμιτίσουν το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας -επιστημόνων αλλά και καλλιτεχνών- γύρω από τον τρόπο με τον οποίο ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί και, «κολασμένα», αναμειγνύει εικόνες με λέξεις και ηχητικές προσλήψεις της πραγματικότητας, χωρίς αυτές να έχουν προδιαγράψει μια συγγενική πορεία.
Στόχος του βιβλίου
Ο βάτραχος που κόαζε μπλε, Η συναισθησία και η ανάμειξη των αισθήσεων, είναι να διαλευκανθεί πώς, μέσα από ένα μη γραμμικό κολάζ, εικόνων-ήχων-λέξεων, ο αλγόριθμος της εντελώς διαφορετικής ματιάς προκύπτει φυσικά και αυθόρμητα –χωρίς άλγος- για ένα συναισθητικό άτομο, οδηγώντας το σε μια ιδιαίτερη θέαση των πραγμάτων. Τρόπον τινά, ο συναισθητικός «φοράει τα γυαλιά» σε σκηνοθέτες ή ποιητές, καθόσον κατασκευάζουν ανάλογες εικόνες, ασύνδετες μεταξύ τους, ως αισθητικό αποτέλεσμα. Ιδού ένα συναφές παράδειγμα, που τσιγκλά το ενδιαφέρον:
πώς ένας ξένος έχει χρώμα πορτοκαλί με μαύρο περίγραμμα για ένα συναισθητικό αγόρι 7 ετών,
ενώ,
όταν γνωρίζονται καλύτερα,
ο ξένος ισοδυναμεί με το χρώμα του απαλού μπλε ή του ροζ της ορχιδέας;
Ούτε πρωτάκουστο ούτε ψευδές είναι ότι, το πορτοκαλί συμβολίζει την ενέργεια. Ας σημειωθεί πως, σε εταιρείες «φαστ φουντ» βλέπουμε συχνά συνδυασμούς κόκκινου με κίτρινο, για να αναχωρούν σύντομα οι πελάτες, μην αντέχοντας τη χρωματική «ένταση», και να παραχωρούν τα τραπέζια στους επόμενους. Στο παράδειγμα του βιβλίου (σ. 144), ο ξένος, ιδωμένος ως πορτοκαλί, φέρεται ως μια ενέργεια του χώρου. Όμως, το ουσιαστικό ξεκινά από το σημείο της επαφής των χρωμάτων. Το ενδιαφέρον έγκειται στη νοητή μετατροπή του χρώματος, στην οποία προβαίνει ο νους του συναισθητικού ατόμου και αφορά στην αντιληπτικότητα του κόσμου. Γιατί και πώς αυτό προκύπτει;
Ο
Jamie Ward, εκτός από συγγραφέας του παρόντος βιβλίου, είναι αρχισυντάκτης του επιστημονικού περιοδικού
Cognitive Neuroscience, καθηγητής στο
Πανεπιστήμιο του
Sussex και διευθυντής προγράμματος του Μεταπτυχιακού Τμήματος Γνωστικών Νευροεπιστημών. Άνθρωπος πολλών δεξιοτήτων, έχει συστηματοποιήσει το υλικό του σε
πέντε θεματικές ενότητες, σαν να μας δίνει το χέρι για να μελετήσουμε μαζί του τη συναισθησία, σε σχέση με συναφείς παραμέτρους, όπως είναι η
κληρονομικότητα και η
βρεφική ηλικία, η
γραπτή και η
προφορική έκφραση, η
δημιουργικότητα και η
διαφορετικότητα. Το ύφος γραφής είναι πολύ κατανοητό. Ο Jamie Ward αναγάγει εκ προοιμίου την έννοια της συναισθησίας στη διχογνωμία, εάν πρόκειται για πάθηση ή ταλέντο. Ώστε, η αναγνωστική διαδικασία γίνεται εξαρχής δελεαστική, ενόσω το υλικό εμπλουτίζεται διαρκώς με καταγεγραμμένες εμπειρίες ατόμων με συναισθησία, συμπεριλαμβανομένης της αναφερθείσης περίπτωσης. Μέσα από την εμβάθυνση σε αυτές τις εμπειρίες των συναισθητικών ατόμων, φτάνουμε ομαλά στα συμπεράσματα, τα οποία παρατίθενται επιστημονικά τεκμηριωμένα, στο εγχειρίδιο, που έχει και κοινωνικό χαρακτήρα: να δούμε
μέσα από τα μάτια και να ακούσουμε
μέσα από τις ακροάσεις των άλλων.
Ο βάτραχος που κόαζε μπλε δεν αφορά παρά στο δικαίωμα να υπάρχει το διαφορετικό –ισοδύναμα σε σχέση προς το σύνηθες-, και να μην καταδικάζεται ως ελλειμματικό στους κόλπους της κοινωνίας. Ο βάτραχος, που ως αμφίβιο αφορά στη φύση, έχει συμβολικό περιεχόμενο. Είναι σαν το παιδί ή τον ενήλικα με δυο ζωές: έχει αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση. Ώστε, για το συναισθητικό άτομο, που ρέπει προς το συμβολισμό, ο «νόμος» δεν τηρείται στο πλαίσιο του στατικού, αλλά αποκτά μια δυναμική υπόσταση.
Ενδέχεται ο αναγνώστης να συνειδητοποιήσει, διαβάζοντας, ότι και ο ίδιος, τρόπον τινά οδηγήθηκε, μέσα από μερικές τυχαίες φάσεις της ζωής του, προς τη διασταύρωση συναισθητικών επιρροών. Προσωπικά, μου συνέβη, για παράδειγμα, να συνδέσω τα «γαλλικά» με τα «κεράσια», όταν έτυχε να «πέσω» σε μια γαλλική ταινία της ΕΡΤ 1, τρώγοντας κεράσια. Τότε, συνειδητοποίησα ότι και τα δύο – γαλλικά και κεράσια- μου αρέσουν αλλά και μου λείπουν. Οπότε, στη λογική αυτής της υπερβατικής σχέσης –επιθυμίας και στέρησης,- η οποία φάνηκε, προς στιγμή, να συνδέει δύο εντελώς ασύνδετα πεδία,
εγώ θα μπορούσα να καταλήξω ότι «τα γαλλικά ακούγονται βυσσινί, σαν να ήταν κεράσια». Φυσικά, βλέπουμε ότι είμαστε νοηματικά, στο επίπεδο της συναισθησίας, όσο περισσότερο κινούμαστε ταυτόχρονα σε -περισσότερα του ενός- πεδία. Στο παράδειγμα, που χρησιμοποίησα, καθίσταται σαφής η σχέση φαγητού και οθόνης, ως μια σχέση εξάρτησης.
Άρα, ισχύει και ότι, όσο η σχέση με το χώρο επαναπροσδιορίζεται από το «έθιμο», και όσο το τοπικό εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία, τόσο βλέπουμε ότι ο εντοπισμός του χώρου εκ νέου αλλά και η σκιαγράφηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ευνοούν την ανάδυση συναισθητικών καταστάσεων. Δεύτερο προσωπικό- και τελευταίο- παράδειγμα: στο βιβλίο (σ. 35) αναφέρεται ότι ο
James Wannerton βιώνει τις λέξεις σαν γεύσεις. Γι’ αυτόν,
«το ‘‘κέρδος’’ έχει τη γεύση του άγουρου, ζουμερού πορτοκαλιού, ενώ η ‘‘ειρήνη’’ τη γεύση της ντοματόσουπας». Αυτό το παράδειγμα με επαναφέρει, χωρικά και χρονικά, στον
Εθνικό Ύμνο του
Μιχαήλ Μαρμαρινού, όταν οι καθισμένοι έτρωγαν ρεβυθόσουπα. Ώστε, βλέπουμε ότι η πρόταση,
η σκηνοθεσία ως δραματουργία του Μ. Μαρμαρινού, είναι πολύ κοντά με το
σώμα της εκφοράς, το σώμα-κατάσταση συμπτωμάτων, ενάντια στην όποια στητή εικόνα και περιοριστική στάση του. Το σώμα που δεν περιορίζεται, δεν ορίζεται: με αφορμή το θέμα της συναισθησίας, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μονοπάτια συναρπαστικά, κρυφά και ήσυχα. Για τη ζωή και την τέχνη συγχρόνως.
Jamie Ward Ο βάτραχος που κόαζε μπλε, Η συναισθησία και η ανάμειξη των αισθήσεων, εκδόσεις Πεδίο, Αθήνα 2009