Ξεκινώντας με την άλυτη απορία «Ποιος είναι ο Τζον Γκολτ;», από τη σκιά της οποίας η πλοκή του τρίτομου θεματικού μυθιστορήματος εκπηγάζει αλλά και τροφοδοτείται, η Αμερικανοεβραία Άυν Ραντ είναι σαν να ρωτά διαρκώς τον εαυτό της, ποια είναι: διερωτάται σε ποια σημεία άλλοτε συναινεί και άλλοτε συγκρούεται με τους ηρωικούς χαρακτήρες του έργου της Ο άτλας επαναστάτησε. Ακριβώς γι’ αυτό, επειδή ενορχηστρώνει και σκηνοθετεί τη δράση, σαν να μην έχει αποφασίσει, εξετάζοντας τις πλευρές όλων των χαρακτήρων, το αποτέλεσμα είναι εκστατικό, ρητορικό, πολιτικό. Διότι, είναι επενδυμένο σε μια πολυφωνική αντιπαράθεση χαρακτήρων, στα γνωρίσματα των οποίων επανέρχεται τόσο για να τα περιγράψει όσο και για να τα αφηγηθεί. Ώστε, ακόμη και αν υπάρχουν ενδοιασμοί, για το αν η λογοτεχνία αφορά στο ασυνείδητο της ψυχανάλυσης, γεγονός είναι πως το έργο Ο άτλας επαναστάτησε έχει γραφεί από και για την επιθυμία της αναγνωστικής συνείδησης· χωρίς νιαουρίσματα, φλυαρίες, εντυπωσιασμούς. Γι’ αυτήν τη συγγραφέα, μάλιστα, η Σίλβια Πλαθ να έχει γράψει «πόσο ζηλεύω το μυθιστοριογράφο».
Από την έναρξη του έργου, τρία είναι τα πρόσωπα της αφήγησης, δύο πραγματικά και ένα φανταστικό: πραγματικά είναι ο ζητιάνος που τολμά και ρωτά, για τον Τζον Γκολτ και ο Έντι Γουίλερς, ενώ φανταστικό, πρόσωπο-στοιχειό, είναι ο Τζον Γκολτ. Ο αναγνώστης, οπότε, δε μένει παρά να δει τη μεταξύ τους σχέση. Όμως, το κέρμα «στη σκιά χωρίς πρόσωπο» είναι η αφορμή, για να φύγει ο ζητιάνος, αλλά οι σκιές να περισωθούν. Ώστε, αρχίζει και γίνεται πλέον καθαρή η πρόθεση της συγγραφέως, να περιπλανηθεί και να μας περιπλανήσει στον κόσμο των χαρακτήρων της. Αμέσως, μας εισάγει στον κόσμο των συμβόλων και των μετωνυμιών. Για παράδειγμα, είναι η μεγάλη βελανιδιά που μοιάζει σαν «απόρθητο οχυρό», ιδωμένη ως το «ισχυρότερο σύμβολο δύναμης». Καθώς, απώτερος σκοπός αυτού του εγχειρήματος είναι η κατάδειξη της τελικής ιδέας, ότι κανείς δεν θυσιάζεται-ή δεν πρέπει να θυσιάζεται- για τους άλλους, όπως επίσης και το ότι ο αλτρουισμός δεν υφίσταται. Ο άτλας επαναστάτησε κινείται γύρω από μια ευρύτερη φιλοσοφική αρχή, στον άξονα της οποίας το ηθικό πρόταγμα ενυπάρχει στην οντολογική συνείδηση του ατόμου, και διαλεκτικά, σε σχέση προς αυτήν, άρα ποτέ ξέχωρα. Εφόσον δεν υπάρχει Ηθική χωρίς το Λόγο, εξυπακούεται ότι το ενδιαφέρον εστιάζεται στις σχέσεις εξουσίας, στο πλέγμα των οποίων διαπιστώνεται πόσο ο ορθολογικός εγωισμός έχει μεγάλη βαρύτητα.
Ότι ηθικό πρόταγμα και οντολογική συνείδηση συμπορεύονται, είναι εμφανές μέσα από το ύφος γραφής της Άυν Ραντ, για την ισοδύναμη απόδοση του οποίου αξίζουν συγχαρητήρια στη μεταφράστρια Χριστιάννα Σαμαρά. Η γλωσσική ικανότητα της Ραντ είναι τέτοιου ύψους, που όλα ρέουν, μέσα σε ένα κοινό παιχνίδι με παλμό και αγωνία ρωσικής ρουλέτας, αριστοτελικής δραματικότητας και αντι-συναίνεσης. Από λέξη σε λέξη, ή Από Ωκεανό σε Ωκεανό, για να γίνει μνεία στην «αναθηματική φράση» του Γουίλερς, το αποτέλεσμα γραφής αντανακλά την έκσταση της ίδιας της γραφής, τον πυρήνα και το πάθος: όλα έγιναν από ένα δαιδαλώδες μυαλό που είχε ακονίσει τη δύναμή του, ως αναγνώστρια σεναρίων. Γι’ αυτό και οι διάλογοι ή οι μακροσκελείς μονόλογοι, τύπου soliloque, εξυπηρετούν περισσότερο τη ρητορική και την χαρακτηρολογία, λιγότερο όμως, δίνουν λύση στην εξέλιξη της πλοκής.
Στον πρώτο τόμο λοιπόν, Ο άτλας επαναστάτησε, -Η αντίφαση, η δράση αρχίζει στο γραφείο του Τζέιμς Τάγκαρτ, προέδρου της σιδηροδρομικής εταιρείας Τάγκαρτ Τρανσκοντινένταλ. Η πρωταγωνίστρια-οδοστρωτήρας, Ντάγκνι Τάγκαρτ, αδελφή του Τζέιμς, η οποία θα αναλάβει την αναβάθμιση της γραμμής Ρίο-Νόρτε της εταιρείας και στη μετονομασία της σε γραμμή Τζον Γκολτ, εμφανίζεται στη συνέχεια, για να αρχίσουν οι ζωηρές περιγραφές και μαζί μ’ αυτές, η διαλεκτική της σύγκρουσης, αρχικά μέσα από τη διαφορά της Ντάγκνι και του Τζέιμς, να εγκαθιδρυθεί. Πρόκειται για μια αστείρευτη γραφή, ενόσω άλλοτε γίνεται κυνική και ειρωνική, άλλοτε κατατείνει στο φετίχ και στην ηχηρή εικόνα του, προκειμένου να το ενσωματώσει στη μυθοπλασία. Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρονται η «σκούρα μπλε ρόμπα με τα αρχικά ΧΡ στην τσέπη του στήθους» και το «αποτσίγαρο» σε ρόλο αποδεικτικού στοιχείου. Εν προκειμένω, και το κοντσέρτο για πιάνο του Ρίτσαρντ Χάλεϊ, ως «θριαμβική συμφωνία», εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό, γι’ αυτό και, στο όνομά του, χτίζεται μια διαλεκτική απορίας, αν είναι το τέταρτο ή το πέμπτο: σε αυτήν τη λεπτομέρεια, κρύβεται ο μύθος, ο «θεός» της Άυν Ραντ, η οποία άλλωστε δεν πίστευε παρά στην ελεύθερη ανθρώπινη βούληση. Από την άλλη, η τάση για ακριβολογία και φιλομάθεια, μέσω της οποίας γίνεται αντιληπτή και η ενσυνείδητη ανάγκη για φιλαρέσκεια, εκφράζει πιστά το χαρακτήρα της Ντάγκνι, μιας γυναίκας που παίρνει την κατάσταση στα χέρια της, με τίμημα το όποιο κόστος, ακόμη και αν βρεθεί αντιμέτωπη με τα λόγια της ήττας, με την ίδια την ιστορία της από την αρχή, στη σκιά της απορίας: «Ποιος είναι ο Τζον Γκολτ;»
Βιομηχανικά ντηλ, οικονομικά παιχνίδια, εφευρετικά κόλπα και αφαίμαξη της καινοτομίας, από το ίδιο το σύστημα, προκειμένου να κερδίσει, για να αντιμάχεται τον ανθρώπινο παράγοντα: όλα αυτά φιλτράρονται μέσα από τη ματιά της Άυν Ραντ, και γίνονται ένας καμβάς, στον οποίο τοποθετεί τις «ζωγραφιές», τις ζώσες γραφές των χαρακτήρων της. Είναι ο Φρανσίσκο ντ’ Ανκόνια, ο Χένρι Ρίρντεν, φυσικά η Ντάγκνι Τάγκαρτ, να παλεύει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, ο Όουεν Κέλογκ, ο Κουέντιν Ντάνιελς, ο καθηγητής Φέρις. Το ενδιαφέρον είναι, ότι η επαναφορά κάποιου προσώπου, μπροστά στην εξέλιξη της πλοκής, υπακούει στην αρχή της αναγκαιότητάς του. Δεν είναι από τύχη. Επίσης, ούτε οι διάλογοι είναι τυχαίοι. Η ερώτηση του Φρανσίσκο, στον Ρίρντεν, «γιατί η ζωή σας διέπεται από άλλον κώδικα αξιών όταν συναλλάσσεστε με το φυσικό κόσμο κι από άλλον όταν συναλλάσσεστε με τους ανθρώπους;» έχει ουσιώδη ρόλο και υπόσταση. Ο Φρανσίσκο είναι ο μποέμ φιλόσοφος που έχει αποστασιοποιηθεί, για να μπορεί να θέτει ξανά τον Ρίρντεν, ενώπιον του ειρωνικού ερωτήματος: «Αλήθεια; Δεν θέλατε να μιλήσουμε για σας; Και τώρα τι κάνετε; Ομολογείτε την απελπισμένη μοναξιά σας, μια μοναξιά που κάνει το γρίφο του χαρακτήρα μου να φαντάζει σημαντικότερος από κάθε άλλο ζήτημα». Άλλωστε, έχει διευκρινίσει πως «το χρήμα είναι η ρίζα όλων των κακών κι εγώ απλώς κουράστηκα να είμαι κακός». Στο σύνολό του, έστω και έχοντας διαβάσει τους δύο μέχρι στιγμής τόμους, Ο άτλας επαναστάτησε, -Η αντίφαση, Το δίλημμα, θεωρώ πως το έργο της Ραντ αποτελεί μια πηγή αφηγηματικής έκστασης. Από την επινόηση για το πιστοποιητικό δωρεάς, που αφορά στην καπήλευση της καινοτομίας για το μέταλλο Ρίρντεν, μέχρι τη θέση ότι «όταν δεν υπάρχουν αρκετοί εγκληματίες, τότε θα πρέπει να τους φτιάξεις. Πώς; Ανάγοντας τόσα πολλά πράγματα σε έγκλημα, ώστε να είναι αδύνατο να ζήσει κανείς χωρίς να παραβιάσει τους νόμους». Όσον βέβαια αφορά στη θέση ότι, «στις Ηνωμένες πολιτείες, ο πλούτος συγκεντρώθηκε χάρη στην παραγωγή και στην ανταλλαγή και όχι με βία και αρπαγή», προφανώς και τα γεγονότα της ιστορίας – για παράδειγμα, στο Αφγανιστάν αλλά και όπου αλλού- δεν στηρίζονται σε αυτήν την «άποψη». Και στην λογική της άποψης, έγκειται το όλο ζήτημα, της αρνητικής πρόσληψης του έργου της Ραντ. Διότι, ακόμη και αν, μέσα από το έργο της Ραντ, προβάλλεται η αντικειμενική αξία, του «έτσι γίνεται», σε βάρος της άλλης ιδέας, «κατά την άποψή μου», εν τούτοις δεν είναι ανθρωπίνως δυνατό, να ξεφύγεις από τα σύνορα του ενός, έστω και αν είναι το εν ιδωμένο στο πολλαπλό. Όπως και να έχει, μαγεμένη από τον «απόλυτο εγωκεντρισμό της πρόθεσης», να γράψει ένα αριστοτεχνικό έργο, ένα αριστούργημα για την αξία της ορθής κρίσης, η Άυν Ραντ ξέρει και χτίζει αδιαμφισβήτητα την υστεροφημία της στον κόσμο.
Άυν Ραντ Ο άτλας επαναστάτησε, -Η αντίφαση, Το δίλημμα, Η ταυτότητα, εκδόσεις Ωκεανίδα, μτφρ. Χριστιάννας Σαμαρά, Αθήνα 2011.
Από την έναρξη του έργου, τρία είναι τα πρόσωπα της αφήγησης, δύο πραγματικά και ένα φανταστικό: πραγματικά είναι ο ζητιάνος που τολμά και ρωτά, για τον Τζον Γκολτ και ο Έντι Γουίλερς, ενώ φανταστικό, πρόσωπο-στοιχειό, είναι ο Τζον Γκολτ. Ο αναγνώστης, οπότε, δε μένει παρά να δει τη μεταξύ τους σχέση. Όμως, το κέρμα «στη σκιά χωρίς πρόσωπο» είναι η αφορμή, για να φύγει ο ζητιάνος, αλλά οι σκιές να περισωθούν. Ώστε, αρχίζει και γίνεται πλέον καθαρή η πρόθεση της συγγραφέως, να περιπλανηθεί και να μας περιπλανήσει στον κόσμο των χαρακτήρων της. Αμέσως, μας εισάγει στον κόσμο των συμβόλων και των μετωνυμιών. Για παράδειγμα, είναι η μεγάλη βελανιδιά που μοιάζει σαν «απόρθητο οχυρό», ιδωμένη ως το «ισχυρότερο σύμβολο δύναμης». Καθώς, απώτερος σκοπός αυτού του εγχειρήματος είναι η κατάδειξη της τελικής ιδέας, ότι κανείς δεν θυσιάζεται-ή δεν πρέπει να θυσιάζεται- για τους άλλους, όπως επίσης και το ότι ο αλτρουισμός δεν υφίσταται. Ο άτλας επαναστάτησε κινείται γύρω από μια ευρύτερη φιλοσοφική αρχή, στον άξονα της οποίας το ηθικό πρόταγμα ενυπάρχει στην οντολογική συνείδηση του ατόμου, και διαλεκτικά, σε σχέση προς αυτήν, άρα ποτέ ξέχωρα. Εφόσον δεν υπάρχει Ηθική χωρίς το Λόγο, εξυπακούεται ότι το ενδιαφέρον εστιάζεται στις σχέσεις εξουσίας, στο πλέγμα των οποίων διαπιστώνεται πόσο ο ορθολογικός εγωισμός έχει μεγάλη βαρύτητα.
Ότι ηθικό πρόταγμα και οντολογική συνείδηση συμπορεύονται, είναι εμφανές μέσα από το ύφος γραφής της Άυν Ραντ, για την ισοδύναμη απόδοση του οποίου αξίζουν συγχαρητήρια στη μεταφράστρια Χριστιάννα Σαμαρά. Η γλωσσική ικανότητα της Ραντ είναι τέτοιου ύψους, που όλα ρέουν, μέσα σε ένα κοινό παιχνίδι με παλμό και αγωνία ρωσικής ρουλέτας, αριστοτελικής δραματικότητας και αντι-συναίνεσης. Από λέξη σε λέξη, ή Από Ωκεανό σε Ωκεανό, για να γίνει μνεία στην «αναθηματική φράση» του Γουίλερς, το αποτέλεσμα γραφής αντανακλά την έκσταση της ίδιας της γραφής, τον πυρήνα και το πάθος: όλα έγιναν από ένα δαιδαλώδες μυαλό που είχε ακονίσει τη δύναμή του, ως αναγνώστρια σεναρίων. Γι’ αυτό και οι διάλογοι ή οι μακροσκελείς μονόλογοι, τύπου soliloque, εξυπηρετούν περισσότερο τη ρητορική και την χαρακτηρολογία, λιγότερο όμως, δίνουν λύση στην εξέλιξη της πλοκής.
Στον πρώτο τόμο λοιπόν, Ο άτλας επαναστάτησε, -Η αντίφαση, η δράση αρχίζει στο γραφείο του Τζέιμς Τάγκαρτ, προέδρου της σιδηροδρομικής εταιρείας Τάγκαρτ Τρανσκοντινένταλ. Η πρωταγωνίστρια-οδοστρωτήρας, Ντάγκνι Τάγκαρτ, αδελφή του Τζέιμς, η οποία θα αναλάβει την αναβάθμιση της γραμμής Ρίο-Νόρτε της εταιρείας και στη μετονομασία της σε γραμμή Τζον Γκολτ, εμφανίζεται στη συνέχεια, για να αρχίσουν οι ζωηρές περιγραφές και μαζί μ’ αυτές, η διαλεκτική της σύγκρουσης, αρχικά μέσα από τη διαφορά της Ντάγκνι και του Τζέιμς, να εγκαθιδρυθεί. Πρόκειται για μια αστείρευτη γραφή, ενόσω άλλοτε γίνεται κυνική και ειρωνική, άλλοτε κατατείνει στο φετίχ και στην ηχηρή εικόνα του, προκειμένου να το ενσωματώσει στη μυθοπλασία. Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρονται η «σκούρα μπλε ρόμπα με τα αρχικά ΧΡ στην τσέπη του στήθους» και το «αποτσίγαρο» σε ρόλο αποδεικτικού στοιχείου. Εν προκειμένω, και το κοντσέρτο για πιάνο του Ρίτσαρντ Χάλεϊ, ως «θριαμβική συμφωνία», εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό, γι’ αυτό και, στο όνομά του, χτίζεται μια διαλεκτική απορίας, αν είναι το τέταρτο ή το πέμπτο: σε αυτήν τη λεπτομέρεια, κρύβεται ο μύθος, ο «θεός» της Άυν Ραντ, η οποία άλλωστε δεν πίστευε παρά στην ελεύθερη ανθρώπινη βούληση. Από την άλλη, η τάση για ακριβολογία και φιλομάθεια, μέσω της οποίας γίνεται αντιληπτή και η ενσυνείδητη ανάγκη για φιλαρέσκεια, εκφράζει πιστά το χαρακτήρα της Ντάγκνι, μιας γυναίκας που παίρνει την κατάσταση στα χέρια της, με τίμημα το όποιο κόστος, ακόμη και αν βρεθεί αντιμέτωπη με τα λόγια της ήττας, με την ίδια την ιστορία της από την αρχή, στη σκιά της απορίας: «Ποιος είναι ο Τζον Γκολτ;»
Βιομηχανικά ντηλ, οικονομικά παιχνίδια, εφευρετικά κόλπα και αφαίμαξη της καινοτομίας, από το ίδιο το σύστημα, προκειμένου να κερδίσει, για να αντιμάχεται τον ανθρώπινο παράγοντα: όλα αυτά φιλτράρονται μέσα από τη ματιά της Άυν Ραντ, και γίνονται ένας καμβάς, στον οποίο τοποθετεί τις «ζωγραφιές», τις ζώσες γραφές των χαρακτήρων της. Είναι ο Φρανσίσκο ντ’ Ανκόνια, ο Χένρι Ρίρντεν, φυσικά η Ντάγκνι Τάγκαρτ, να παλεύει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, ο Όουεν Κέλογκ, ο Κουέντιν Ντάνιελς, ο καθηγητής Φέρις. Το ενδιαφέρον είναι, ότι η επαναφορά κάποιου προσώπου, μπροστά στην εξέλιξη της πλοκής, υπακούει στην αρχή της αναγκαιότητάς του. Δεν είναι από τύχη. Επίσης, ούτε οι διάλογοι είναι τυχαίοι. Η ερώτηση του Φρανσίσκο, στον Ρίρντεν, «γιατί η ζωή σας διέπεται από άλλον κώδικα αξιών όταν συναλλάσσεστε με το φυσικό κόσμο κι από άλλον όταν συναλλάσσεστε με τους ανθρώπους;» έχει ουσιώδη ρόλο και υπόσταση. Ο Φρανσίσκο είναι ο μποέμ φιλόσοφος που έχει αποστασιοποιηθεί, για να μπορεί να θέτει ξανά τον Ρίρντεν, ενώπιον του ειρωνικού ερωτήματος: «Αλήθεια; Δεν θέλατε να μιλήσουμε για σας; Και τώρα τι κάνετε; Ομολογείτε την απελπισμένη μοναξιά σας, μια μοναξιά που κάνει το γρίφο του χαρακτήρα μου να φαντάζει σημαντικότερος από κάθε άλλο ζήτημα». Άλλωστε, έχει διευκρινίσει πως «το χρήμα είναι η ρίζα όλων των κακών κι εγώ απλώς κουράστηκα να είμαι κακός». Στο σύνολό του, έστω και έχοντας διαβάσει τους δύο μέχρι στιγμής τόμους, Ο άτλας επαναστάτησε, -Η αντίφαση, Το δίλημμα, θεωρώ πως το έργο της Ραντ αποτελεί μια πηγή αφηγηματικής έκστασης. Από την επινόηση για το πιστοποιητικό δωρεάς, που αφορά στην καπήλευση της καινοτομίας για το μέταλλο Ρίρντεν, μέχρι τη θέση ότι «όταν δεν υπάρχουν αρκετοί εγκληματίες, τότε θα πρέπει να τους φτιάξεις. Πώς; Ανάγοντας τόσα πολλά πράγματα σε έγκλημα, ώστε να είναι αδύνατο να ζήσει κανείς χωρίς να παραβιάσει τους νόμους». Όσον βέβαια αφορά στη θέση ότι, «στις Ηνωμένες πολιτείες, ο πλούτος συγκεντρώθηκε χάρη στην παραγωγή και στην ανταλλαγή και όχι με βία και αρπαγή», προφανώς και τα γεγονότα της ιστορίας – για παράδειγμα, στο Αφγανιστάν αλλά και όπου αλλού- δεν στηρίζονται σε αυτήν την «άποψη». Και στην λογική της άποψης, έγκειται το όλο ζήτημα, της αρνητικής πρόσληψης του έργου της Ραντ. Διότι, ακόμη και αν, μέσα από το έργο της Ραντ, προβάλλεται η αντικειμενική αξία, του «έτσι γίνεται», σε βάρος της άλλης ιδέας, «κατά την άποψή μου», εν τούτοις δεν είναι ανθρωπίνως δυνατό, να ξεφύγεις από τα σύνορα του ενός, έστω και αν είναι το εν ιδωμένο στο πολλαπλό. Όπως και να έχει, μαγεμένη από τον «απόλυτο εγωκεντρισμό της πρόθεσης», να γράψει ένα αριστοτεχνικό έργο, ένα αριστούργημα για την αξία της ορθής κρίσης, η Άυν Ραντ ξέρει και χτίζει αδιαμφισβήτητα την υστεροφημία της στον κόσμο.
Άυν Ραντ Ο άτλας επαναστάτησε, -Η αντίφαση, Το δίλημμα, Η ταυτότητα, εκδόσεις Ωκεανίδα, μτφρ. Χριστιάννας Σαμαρά, Αθήνα 2011.