Αυτές τις ημέρες, το κρεβάτι μου
ξαναβρήκε τον εχθρό του. Υπάρχει ένας συγκεκριμένος στόχος. Στη στενή λωρίδα του
στόχου, ο χρόνος τρέχει. Ο χρόνος είναι χρήμα. Αυτή η παραδοχή έγινε γνωστή
παγκοσμίως από τον Μπέντζαμιν Φράνκλιν. Στα Άπαντα, το
μήνυμά του είναι ηχηρό. «Αν αγαπάμε τη ζωή, δεν πρέπει να διασπαθίζουμε το
χρόνο, γιατί αυτός είναι το υλικό της». Δεν έχουμε την πολυτέλεια να είμαστε
«κοιμισμένες αλεπούδες» που δεν πιάνουν σταφύλια.
Και με αφορμή την κοινή αλήθεια του
Φράνκλιν, ότι ο χρόνος είναι χρήμα, έρχομαι στο αμερικάνικο μοντέλο της
οικονομίας. Ο Τόμας Φρίντμαν, κορυφαίος Αμερικανός αναλυτής διεθνών θεμάτων,
έχει διατυπώσει τη θεωρία των πέντε βενζινάδικων του κόσμου. Άκρατου
ενδιαφέροντος και πιο επίκαιρη από ποτέ. Σύμφωνα με αυτή, -βλ. Τόμας Φρίντμαν, Το Lexus και η ελιά, τι είναι
η παγκοσμιοποίηση, εκδόσεις
Ωκεανίδα, Αθήνα 2001-, στο αμερικάνικο πρατήριο η βενζίνη κοστίζει μόνο ένα
δολάριο το γαλόνι, αλλά τη βάζεις μόνος σου. Πλένεις μόνος τα τζάμια,
φουσκώνεις μόνος τα λάστιχα. Και, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο κείμενο,
«όταν στρίβεις στη γωνία, τέσσερις άστεγοι προσπαθούν να σου κλέψουν τα τάσια
από τις ρόδες»…Το συμπέρασμα του Φρίντμαν είναι ότι το ευέλικτο μοντέλο, αν και
σκληρό, συνιστάται για τις αποδόσεις του, σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης,
ιδωμένης ως τίγρης. Παραλείπεται, βέβαια, να τονιστεί ότι η έντονη παρουσία του
ρίσκου επιφορτίζει με περίσσιο άγχος τους πολίτες.
Αυτό, ωστόσο, είναι το ένα μοντέλο.
Υπάρχουν και άλλα, για τα οποία μας μιλούν όχι αόριστα, από διάφορες πλευρές
γενικά, αλλά, όπως δείχνουν τα πράγματα, από συγκεκριμένες χώρες του κόσμου.
Από τη Γερμανία. Και οι εκφραστές αυτών των τοποθετήσεων, σήμερα, έχουν
ονόματα, όπως Φούχτελ.
Με την άστοχη δήλωσή του, ότι κοινώς
οι 1000 Γερμανοί βγάζουν τη δουλειά και βάζουν κάτω 3000 Έλληνες, ο Φούχτελ εν
ολίγοις είπε ότι δεν είμαστε ίδιοι. Όλοι το ξέρουμε. Αυτό που δεν ξέρουμε,
ωστόσο, όλοι, αφορά στη θεωρία των βενζινάδικων. Και, τελικά, αφορά στη
λεξιλαγνία, όλα να αποκτούν τη διάλεκτό τους, να γίνονται σχήματα μεταφοράς, -
ανθρώπινο κεφάλαιο, δυναμικό, αγώνας ταχύτητας- μέσα από τεχνικές διάκρισης και
υποδιαίρεσης. Επειδή αυτό είναι ο καπιταλισμός: ένα φάντασμα μεταφορών που δεν
υπάρχει έμπρακτα αλλά υποδιαιρείται, με το να έχει τις μεταστάσεις του σε
φαινόμενα. Στη δημοκρατία, στη διεύρυνση της πολιτικής και του εκδημοκρατισμού,
ήτοι στο ίδιο το πραγματικό περιβάλλον της ευρωπαϊκής ένωσης.
Ο Φούχτελ, λοιπόν, το έδειξε καθαρά.
Υπέδειξε ότι έρχεται από το δυτικοευρωπαϊκό πρατήριο. Τι συμβαίνει εκεί,
σύμφωνα με τον Φρίντμαν; «Η βενζίνη κάνει 5 δολάρια το γαλόνι. Υπάρχει μόνο
ένας υπάλληλος για να σε εξυπηρετήσει. Σου βάζει γκρινιάζοντας βενζίνη και
αλλάζει μουτρωμένος τα λάδια του αυτοκινήτου, θυμίζοντας συνεχώς πως η μοναδική
του υποχρέωση είναι να σου βάλει βενζίνη και να σου αλλάξει τα λάδια. Δεν είναι
αναγκασμένος να πλύνει τα τζάμια. Δουλεύει μόνο 32 ώρες την εβδομάδα, με
μιάμιση ώρα διάλειμμα κάθε μέρα για φαγητό, στη διάρκεια του οποίου το πρατήριο
είναι κλειστό». Επίσης, «στην απέναντι πλευρά του δρόμου, τα δύο αδέρφια και ο
θείος του, που δεν έχουν δουλέψει τα τελευταία δέκα χρόνια, επειδή το επίδομα
ανεργίας, που παίρνουν, είναι μεγαλύτερο από το μισθό στην τελευταία τους
δουλειά, παίζουν κάτι σαν μπόουλινγκ».
Αυτό το πρατήριο είχαμε με μικρές
διαφορές και εμείς, ιδίως μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, όταν και αυξήθηκαν οι
υπερωρίες χωρίς πρόσθετη πάντα αμοιβή, ενώ αρχίσαμε να ζούμε περισσότερο σε
περιβάλλοντα εργασίας αντί σε ανθρώπινους, ιδιαίτερους τόπους. Μας χάλασε,
όμως, το πρατήριο. Δεν είμαστε πια ανεπτυγμένη χώρα. Δίνονται μάχες ανάκαμψης
και ανάπτυξης.
Ιδού, λοιπόν, τι μας είπε ο Φούχτελ,
με τη δήλωσή του. Μας υπέδειξε το πρατήριο της αναπτυσσόμενης χώρας. Ενδεχομένως,
επειδή, όπως η Χάνα Άρεντ έχει επισημάνει, είναι ακόμη ισχυρός ο απόηχος των
θεωρητικών θέσεων του Τοκβίλ, ότι «στην Αμερική οι άνθρωποι έχουν τις απόψεις
και τα πάθη της δημοκρατίας. Στην Ευρώπη οι άνθρωποι έχουν τα πάθη και τις
απόψεις της επανάστασης».
Σημειωτέον, ότι από το 2001 ο
Φρίντμαν έχει διατυπώσει αυτές τις θέσεις περί πρατηρίων. Στην αναπτυσσόμενη
χώρα, λοιπόν, «15 άτομα εργάζονται και είναι όλοι ξαδέρφια. Κανείς δεν σου
δίνει σημασία όταν φτάνεις, γιατί είναι απασχολημένοι. Κουβεντιάζουν μεταξύ
τους. Η βενζίνη κάνει 35 σεντς το γαλόνι, επειδή επιδοτείται από την κυβέρνηση,
αλλά μόνο μία από τις έξι αντλίες λειτουργεί κανονικά. Οι άλλες είναι σπασμένες
και περιμένουν να έρθουν αεροπορικώς ανταλλακτικά από την Ευρώπη. Το πρατήριο
είναι μάλλον παραμελημένο, επειδή ο ιδιοκτήτης μένει στη Ζυρίχη και βγάζει όλα
τα κέρδη από τη χώρα. Ο ιδιοκτήτης δεν ξέρει πως οι μισοί υπάλληλοί του
κοιμούνται στο χώρο του συνεργείου και χρησιμοποιούν το πλυντήριο για να κάνουν
ντους. Οι περισσότεροι πελάτες του πρατηρίου βενζίνης της αναπτυσσόμενης χώρας
οδηγούν ή το τελευταίο μοντέλο της μερσεντές ή μηχανάκι. Το πρατήριο όμως έχει
συνεχώς κίνηση, γιατί σταματάνε πολλοί για να φουσκώσουν τα λάστιχα των
ποδηλάτων τους»…
Τελικά, αν και πολλά από τα
χαρακτηριστικά του πρατηρίου της αναπτυσσόμενης χώρας μας είναι γνώριμα –τζιπ
σε θέση μερσεντές στο κέντρο της Αθήνας, λογαριασμοί σε τράπεζες στη Ζυρίχη,
άρνηση δράσης και αποφασιστικότητας-, δεν είμαστε αυτό που ο Φούχτελ μας
υπέδειξε. Και αν είναι οι 1000 του Φούχτελ να φτουρούν περισσότερο, ας επωμιστούν,
για παράδειγμα, και τα δάνεια που πήραν άνθρωποι για φωτοβολταϊκά, επενδύοντας,
και τώρα πληρώνουν και δάνειο και την…κοινωνική αλληλεγγύη με νόμο
«αποφασίζουμε και διατάσσουμε» του κράτους και θα φορολογούνται. Ε, ας πληρώσει
τα δάνεια το κράτος, αν θέλει να κάνει κοινωνική αλληλεγγύη με χέρια άλλων.
Αλλά ποιο κράτος; Είναι και αυτό, σαν τον καπιταλισμό: φάντασμα.
«Θα
‘ταν ο κόσμος μαγικός, παράδεισος η πλάση, στου φεγγαριού το τάσι, καφές βαρύς
γλυκός, να ‘χαμε τρεις δραχμές στην τσέπη και τρεις ο διπλανός»… Κλείνω με
τη «Μια κουτσή κιθάρα»…γιατί από δηλώσεις, περί κουτσού, κλείσαμε, θεωρώ. Δεν ευσταθείς,
ούτε στο Βόλο ούτε αλλού, χαιρετώντας τριγύρω «χαίρεται, κουτσέ, υγιαίνετε»,
και ο κουτσός να νομίζεις ότι χαίρεται…Ίσως, η σύμπτωση της επικαιρότητας να
μην είναι σύμπτωση και να πρέπει να ανατρέξω «Στο Κουτσό» του Κορτάσαρ («La
rayuela»). Ίσως η ζωή να είναι αυτό το αλλού, αυτά τα
εμπόδια μπροστά μας για να εκτιμάται η πραγματικότητα αντί ένα αυτιστικό
σύνολο. Ίσως πάλι, τα παραλειπόμενα της δήλωσης Φούχτελ να είναι απλώς
υπολείμματα μιας σκόνης, «τη νύχτα εκείνη
τ’ Άι Γιάννη/ όταν έσβησαν όλες οι φωτιές/ και μελέτησες τη σκόνη κάτω από τα
αστέρια»…(Γ. Σεφέρη). Ποιος Φούχτελ, μα ποιος Φούχτελ; Άλλοι είναι που
μιλούν μέσα από τις παρενθέσεις.