18.12.08

Σερβίρεται βλαχο-κιτς με σάλτσα σαμπάνιας

Τι να γίνω όταν μεγαλώσω;
Αν σήμερα ένα παιδί ρωτούσε τους γονείς του τι να γίνει όταν μεγαλώσει, η απάντηση θα ήταν: ‘‘Τζαμάς, παιδί μου, τζαμάς’’. Πληροφορίες μου λένε πως τζαμάδες ανά την Ελλάδα έχουν ξεχρεώσει με τα χρέη τους μην προλαβαίνοντας αλλαξοτζαμιές.

Το αμάρτημα του φωτιστή ή αλλιώς ‘‘μου ανάβουν τα λαμπάκια’’
Εμείς, ωστόσο, στους δρόμους της Αθήνας, δεν προλαβαίνουμε να βλέπουμε φωτάκια περιστρεφόμενα ως γιρλάντες επάνω σε γυμνά δέντρα εν αναμονή Χριστουγέννων που δείχνουν την ήρεμη, νυχτερινή εικόνα της πόλης ως πομπώδη και βλαχο-κιτς ανά τον κόσμο.
Εν αρχή ην Αλεξάνδρας. Κούρεψαν τα δέντρα το ένα μετά το άλλο και άφησαν για λίγα εικοσιτετράωρα τα πράσινα φύλλα να διηγούνται πεσμένες ιστορίες κατά μήκος του πεζοδρομίου σε ρομαντικές ψυχές καθώς η εκτεταμένη αντιθετική παραμονή του νεκρού-φυσικού στοιχείου, μας προκαλούσε περίεργους συνειρμούς, κάνοντας ζιγκ ζαγκ στις πλάκες. Τελικά κάποιοι -άγνωστοι υπάλληλοι του δήμου εκφερόμενοι ως νέοι εξουσιαστές ‘‘δήμιοι’’;- αποφάσισαν ότι τα δέντρα έπρεπε να ντυθούν με φωτάκια. Και το έκαναν, τα έντυσαν. Χτες, όμως, ενώ έπινα κρασάκι στο Μουσείο Μπενάκη, στα εγκαίνια της έκθεσης
‘‘Γενέθλιον’’ του Βλάση Κανιάρη, είδα και στη Βασιλίσσης Σοφίας τα ίδια φωτάκια, τα οποία και μόνο από την ποιότητα του φωτός, δεν απευθύνονται παρά σε κουνούπια.

Πώς σκοτώνουν το κουνούπι;
Είναι το κουνούπι αμελητέα ιπτάμενη ποσότητα; Αν ναι, τότε ας προσπαθήσουμε βραδιάτικα να κοιμηθούμε μαζί με ένα κουνούπι. Και αν οι πολίτες εκλαμβάνονται ως κουνούπια από το δήμο Αθηναίων που φέρνει αυτού του είδους την αισθητική στην Αθήνα του Δεκέμβρη 2008, μετά τις πυρκαγιές εν άστυ, τότε δεν έχουμε αισθανθεί τον τρόπο με τον οποίο εμείς οι πολίτες και κάτοικοι της Αθήνας πρέπει να αρχίσουμε να επικοινωνούμε ξανά μεταξύ μας. Δεν έχουμε αισθανθεί ότι όλο αυτό το αυτοκαταστροφικά βίαιο γεγονός, που για πρώτη φορά στην Ελλάδα έφερε την κοινωνία της σε σημείο ορατότητας μηδέν – ‘‘τα ‘χουμε αγαπήσει με τα χρόνια, δακρυγόνα, δακρυγόνα’’, σύνθημα από την παράσταση του Μιχ. Μαρμαρινού Πεθαίνω σαν Χώρα, έργο του Δημήτρη Δημητριάδη, - πρέπει να αξιολογηθεί αλλά και να αξιοποιηθεί ριζικά.

Το πρόβλημα και η σαμπάνια
Η επιστροφή στο συντηρητισμό του βλάχικου κιτς μόνο λύση δεν είναι. Αντίθετα, υποδηλώνει ότι δεν προτείνεται τίποτε, δεν οξυγονώνεται τίποτε. Τα δακρυγόνα και το πανύψηλο δέντρο –το θεριό 2 στο σύνταγμα σαν πράσινο σκιάχτρο- μαζί με τα φωτάκια στα δέντρα σαν να ξεμείναμε από γούστο και θέλουμε να δείξουμε ότι έχουμε λούσο, δεν σκύβουν επάνω στο πρόβλημα. Και το πρόβλημα είναι ότι
οι πολίτες δεν είμαστε συμφιλιωμένοι με το λόγο. Αυτό που προσπαθεί και το θέατρο να πετύχει, δηλαδή τη συμφιλίωση του ανθρώπου με το λόγο, η πολιτική το έχει απολέσει. Διότι, η πολιτική μένει στην αξιολόγηση και δεν κατευθύνεται προς την αξιοποίηση. Πρόκειται για μια διαρκή κίνηση του λόγου γύρω από τον εαυτό του, λόγο που δεν έχουν αποκτήσει αυτοί που τα καίνε. Διότι, τα επιχειρήματα εν λόγω στηρίζονται σε διακρίσεις, δηλαδή στη διακριτική ευχέρεια της επιλογής. Όσοι καίνε μην έχοντας βρει τη δική τους ελευθερία έκφρασης προσεγγίζουν μέσα από την καταστροφή όλη τη χαμένη τους ελευθερία. Το να δίνω, κατά κάποιον τρόπο, βέβαια, ερμηνεία σε ένα φαινόμενο, δεν σημαίνει ότι το δικαιολογώ. Πάντως, είναι εμφανές ότι αυτή η πόλη, η Αθήνα, φοβάται να εκθέσει τον πολιτισμό της. Αντί να βλέπω ένα φανταστικό μουσείο σε ένα μουσείο – και αναφέρομαι ξανά στην έκθεση του Βλάση Κανιάρη στο Μουσείο Μπενάκη Κολωνακίου, στην Κουμπάρη 1- γιατί να μη βγαίνει αυτό το φανταστικό μουσείο στους δρόμους; Γιατί να μην βλέπουμε οι εγκαταστάσεις να αποτελούν προτάσεις, να ξεφουρνίζουν ιδέες που αν και ψήθηκαν με το χρόνο δεν μας σερβιρίστηκαν; Πάσχουμε από έκφραση. Πάσχουμε από το βλάχικο κιτς επειδή είμαστε στην τσίτα και στις κοντινές διακοπές, μας αρκεί ένα πιάτο γαρίδες σε φωλιά από κανταΐφι με σάλτσα σαμπάνιας και μάραθο, συνταγή που το Almaz, Τριπτολέμου 12, Γκάζι (210-3474763, www.almaz.gr) προτείνει μεταξύ των ορεκτικών στο menu του για την παραμονή Πρωτοχρονιάς. Τουλάχιστον τα εστιατόρια, πάντα, προτείνουν κάτι νέο και επιτηδευμένα γευστικό. Η πόλη Αθήνα και αυτοί που είναι υπεύθυνοι γι’ αυτό, τι ακριβώς προτείνουν; Προτείνουν φωτομαχίες στο κέντρο της πόλης ελλείψει ταύρων και ταυρομάχων;

*η φωτογραφία, που είναι από έργο του Βλάση Κανιάρη συνδιαλέγεται με την ποίηση, τη μνήμη και την παραστατικότητα, συνιστώντας και τη λύση στο πρόβλημα.

No comments: