22.12.08

“Ενεργοποιήστε τη συνείδησή σας’’…

«Αφού έχετε απενεργοποιήσει τα κινητά σας τηλέφωνα, ενεργοποιήστε τη συνείδησή σας». Με αυτήν την εναρκτήρια απόφανση, η γραπτή διαμαρτυρία νέων επισήμως διαβάστηκε ενώπιον του κοινού, στην επίσημη πρεμιέρα του έργου του Μπερνάρ Μαρί Κολτές Ρομπέρτο Τσούκκο, στη Νέα Σκηνή ‘‘Νίκος Κούρκουλος’’ του Εθνικού Θεάτρου, την Παρασκευή 20.12.08. Η παράσταση, από την οποία σημαντικά διά του ρόλου τους πολιτικά πρόσωπα απουσίασαν, διακόπηκε και στη συνέχεια οι θεατές, μεταξύ των οποίων πολλοί χειροκρότησαν, αποχώρησαν. Το ερώτημα, όμως, είναι: περί ποιας συνείδησης γίνεται λόγος τελικά;

Και στην ομιλία μου «Η άβολη πραγματικότητα της μη επικοινωνιακής εκπαίδευσης» στο 4ο Πανελλήνιο, Διεπιστημονικό Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρίας Μελέτης και Πρόληψης της Σεξουαλικής Κακοποίησης (http://www.obrela.gr/) στο ξενοδοχείο Ηλέκτρα, με θέμα: ‘‘Κακοποίηση Παιδιού και Ψυχικό Τραύμα. Σύγχρονες δυνατότητες ανίχνευσης, αντιμετώπισης και πρόληψης’’, στις 20.12.2008, ανέφερα ότι εκτός από τη συλλογική προσωπικότητα είναι σημαντικό να υπάρχει και ένα συλλογικό διακύβευμα. Αυτό ανέκαθεν υπήρχε, σήμερα όμως επιπλέει μεταξύ των συζητήσεων, των βλεμμάτων, των διαφωνιών. Είναι η ανθρώπινη αναζήτηση, η ανάγκη για μια άλλη κοινωνία πέραν αυτής των πολλών δυνατοτήτων και των χαμένων ευκαιριών. Σήμερα, μιλιέται μέσα στα πηγαδάκια: στο μετρό, στο σούπερ μάρκετ, στην τράπεζα. Το κείμενο του Ρομπέρτο Τσούκκο, λοιπόν, στάθηκε η αφορμή να προκύψει ένας προβληματισμός γύρω από Tο παράδοξο του ηθοποιού, στο αντανακλαστικό φάσμα του οποίου ο Ντιντερό διέκρινε τη σχέση του θεάτρου και του ηθοποιού με τη δημόσια ζωή. Ο Ντιντερό διέκρινε ότι το θέατρο συνδράμει στην ολική επαναφορά της αλήθειας και στην αποκατάστασή της από την υποκριτική, οικεία τυραννία του δρόμου και της δημόσιας, εικονικής ζωής.

Το θέαμα στην Κοινωνία του θεάματος του Γκυ Ντεμπόρ δεν είναι παρά ένα σύνολο εικόνων, που εξυπηρετούν το κέρδος και το κεφάλαιο. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί ο όμορφος ‘‘ψυχαοτικός’’ κόσμος της τηλεόρασης. Στην περίπτωση του θεάτρου με πολιτική διάσταση, το θέαμα δεν είναι αμαθές της πραγματικότητας. Η παθητικότητα του ρόλου που αναλαμβάνει ο θεατής υποβάλλοντας τον εαυτό του στη ‘‘θορυβώδη’’ σιωπή, ανατρέπεται κλιμακωτά, ώστε ο θεατής να ενεργοποιείται και να οξυγονώνεται, όταν η εκάστοτε συνάντηση ηθοποιού και θεατή έχει πετύχει διά μέσου της χημείας της. Δεν πρόκειται τότε για ένα ακόμη κοσμικό γεγονός, για μια παράσταση-κατασκευή, αλλά για μια παράσταση-έκφραση κοινωνικού χαρακτήρα. Παράδειγμα της αντίθετης περίπτωσης, της παράστασης-κατασκευής, θα ήταν η ίδρυση σχολής από επιχειρηματία του θεάτρου, ώστε μετά με ευχέρεια να δηλώνει σε τηλεοπτικές εκπομπές ότι πλέον το κοινό του δικού του θεάτρου, που κάποτε ήταν μόνο οι κυρίες με τις βιζόν, τώρα είναι πρωτίστως νεανικό (δηλαδή, είναι οι μαθητές της σχολής του, που πρέπει να πάρουν πτυχίο, η κατασκευή είναι αχνιστή και η ποιότητα…under construction).

Η αγωνία και η αμεσότητα του κειμένου στο Ρομπέρτο Τσούκκο έδωσαν την ευκαιρία στους νέους με τα πανό, όπου αναγραφόταν το σύνθημα ‘‘όλοι στους δρόμους’’, να αναδείξουν το περιεχόμενο του έργου σε συμβολικό. Στο Ρομπέρτο Τσούκκο οι φωνές είναι οι εσωτερικευμένοι άλλοι που αναπαράγονται στη φαντασία του ομώνυμου αντιήρωα. Μέσα από τον άλλο, μέσα από το ‘‘βλαίμμα’’ του ξένου, ο ίδιος διαχειρίζεται την ιστορία της ταυτότητάς του. Αν δεν υπήρχε η ετερότητα, δεν θα υπήρχε και η αυτοσυνείδηση. Όταν, για παράδειγμα, ο Τσούκκο, γυμνόστηθος και ξυπόλητος, δηλώνει: ‘‘είμαι μοναχικός και δυνατός, είμαι ένας ρινόκερος’’[1],διαβλέπει μια μοναδικότητα στον εαυτό του, η οποία τον αποσχίζει από την ομάδα και τον εμποδίζει να ταυτιστεί μαζί της. Η σχέση του με την ομάδα, στην προκειμένη περίπτωση, λειτουργεί φαντασιακά ως σχέση ταυτότητας-διαφοράς. Δεν είναι πλέον μια σχέση ταυτότητας-ομοιότητας, ώστε να επιδιώκει την ένταξή του σε αυτήν.

Σήμερα, μετά τα επεισόδια, από συζητήσεις στις οποίες βρέθηκα άλλοτε ως συμμέτοχος, άλλοτε ως παρατηρήτρια –ως συμμέτοχος εξ’ αποστάσεως, διά της θορυβώδους σιωπής- διαπιστώνω ότι όλοι καταφέρονται εναντίον του κράτους. Και εδώ σταματώ στον Eugene Enriquez[2] που έχει δηλώσει ότι : ‘‘Το κράτος έθνος δεν αγαπά την ετερότητα. Το ιδανικό του; Να έχουμε ανθρώπους που να μοιάζουν μεταξύ τους, να συγχωνεύονται σε μια μάζα, λόγω της αμοιβαίας ταύτισης και να βλέπουν στην εικόνα του κράτους το νέο Μεσσία’’.

Φαντασιακά επομένως και σε αντιπαράθεση προς το κράτος, μία ομάδα ανθρώπων έχει στελεχωθεί και αισθάνεται τραυματισμένη από την αποτυχία του κρατικού φορέα, της παρούσας κυρίως πολιτικής ηγεσίας και των ανούσιων ψευδο-επιχειρημάτων της (βλέπε πρόταση πρώην δημοσιογράφου (!) η πορεία να γίνεται στη Βαρυμπόμπη… άντε και στον Ασπρόπυργο, στη Σαλαμίνα, στη Μαλακάσα, εκεί στο Rockwave festival)…Και το πραγματικά ενοχλητικό είναι να το δηλώνει σε δελτίο ειδήσεων, όπου έχει προσκληθεί για να μιλήσει πολιτικά. Αντ’ αυτού όμως η ίδια δηλώνει ‘‘όχι, δεν θέλω να μιλήσω πολιτικά’’. Ε, τότε, γιατί να μη βγει στη θέση της ο κ. Μαμαλάκης, να μας πει και πώς τα φτιάχνουν τα μελομακάρονα; Ακούμε νεολαία και νεολαία, κάποια στιγμή πρέπει να πέσει η αυλαία τυχαίων συλλογισμών. Οι σκέψεις πρέπει να είναι αναγκαίες, να στηρίζονται σε ένα συνδυασμό γεγονότων, ώστε να εκφέρουν τον πολιτικό λόγο.

Τελικά, δεν ξέρω αν το μήνυμα της ομάδας νέων προς τον κόσμο να ενεργοποιήσει τη συνείδησή του, είναι απόλυτα ειρηνικό. Διότι, με τη βία της επέμβασης και τη λογική μιας ηρωοποιημένης ειρήνης, πώς μπορεί να διασφαλιστεί η ειρήνη; Ωστόσο, είναι επίκαιρο. Και ως χώρος, το Εθνικό Θέατρο, ακριβώς επειδή είναι εθνικό, αναφέρεται στο έθνος, στην κατάσταση που βιώνει η Ελλάδα.

Όσον αφορά σε αυτήν την κατάσταση, ανατρέχω στον Φουκώ : στην Αρχαιολογία της γνώσης, αλλά και στην Ιστορία της Σεξουαλικότητας, στη Δίψα της γνώσης. Ο Φουκώ επισημαίνει ότι οι σχέσεις εξουσίας που είναι ενύπαρκτες στις άλλες σχέσεις, είναι πρώτον σκόπιμες –προφανώς υπέρ της λειτουργίας του συστήματος- και δεύτερον μη υποκειμενικές, δηλαδή αναφέρονται στις θέσεις των προσώπων και όχι στα πρόσωπα καθαυτά. Σε συνδυασμό αυτού του συλλογισμού του με την επισήμανση που κάνει στην Αρχαιολογία της γνώσης ότι τα υποκείμενα εμπλέκονται σε ένα δίκτυο αποφάνσεων – ούτε προτάσεων (που έχουν τη λογική ως άξονα) ούτε φράσεων (που έχουν τη γραμματική ως άξονα)-, συμπεραίνουμε ότι τελικά κάθε κατάσταση εξελίσσεται σε ένα πλαίσιο αποφάνσεων και αποβαίνει για τα υποκείμενα ως ένα χρηματιστήριο του λόγου, στους πίνακες του οποίου αναρτούνται επιχειρήματα υπέρ του δικαίου. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που έχει ανοίξει μια διαλεκτική γύρω από τα επεισόδια που προκλήθηκαν και προκαλούνται ακόμη στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις.

Όταν ο Φουκώ[3] διαμήνυσε να μην τον ρωτούν ποιος είναι και να μην του λένε να παραμείνει ο ίδιος, επειδή αυτή είναι μία ‘‘ληξιαρχική ηθική’’, είναι εύλογο ότι εκλάμβανε την έννοια της ηθικής υπό το πρίσμα της φαινομενολογίας της. Συνεπώς, τα γεγονότα και οι καταστάσεις αποδίδουν μια εξελικτική, κοινωνική αναγκαιότητα στην ηθική. Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η έννοια της συνείδησης πρέπει να αναλύεται μεν ως προς το υποκείμενό της και την έννοια της συλλογικής προσωπικότητας, πρέπει να αναλύεται δε ως προς το αντικείμενό της και την έννοια του συλλογικού διακυβεύματος.

Ο Κολτές[4] σε συνέντευξή του με τους Michel Jacquelin, Odile Darbelley, δήλωσε πως ανάμεσα στην ευχαρίστηση να βλέπουμε τα πράγματα και στην ευχαρίστηση να τα φωτογραφίζουμε, αυτός επέλεξε το πρώτο. Ίσως αυτά τα επεισόδια ξεπερνώντας τον εαυτό τους, την καταστροφή από πρόθεση, να δώσουν το έναυσμα να δούμε την κατάσταση σε βάθος παρά να φωτογραφίζουμε ως καμένο το μέλλον. Όμως, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί αν υπάρχουν ήρωες. Καταφεύγω -και σε αυτό το κείμενο- στον Μπ. Μπρεχτ και στο Γαλιλαίο. Λέει ο μαθητής: ευτυχισμένη η χώρα που ανατρέφει έναν ήρωα. Και του απαντά ο Γαλιλαίος: δυστυχισμένη η χώρα που έχει ανάγκη από έναν ήρωα.

Υποσημειώσεις:
[1] Βλ. Bernard-Marie Koltès Ρομπέρτο Τσούκκο, Τάμπαταμπα, Ένα υπόστεγο στη δύση, Εκδ. Άγρα, Αθήνα 1992, σ. 86
[2] Βλ. Eugene Enriquez ‘‘Ο Εβραίος ως παραδειγματική μορφή του ξένου’’, στο: Κ. Ναυρίδης, Ν. Χρηστάκης Ταυτότητες, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1997

[3] Βλ. Michel Foucault Η αρχαιολογία της γνώσης, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1987, σ. 77
[4] Βλ. Bernard-Marie Koltès Une part de ma vie, ‘‘Entretien avec Odile Darbelley, Michel Jacquelin’’ Editions de Minuit, , Paris 1999, p. 83
http://www.n-t.gr/el/pressoffice/news/?nid=586 για τη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου ''Νίκος Κούρκουλος''.

No comments: