Όλο και συχνότερες είναι οι μνείες της μιζέριας. Αλλά η μιζέρια σήμερα εκπηγάζει από στόμφο. Βρίσκομαι την Τετάρτη έξω από την Πάντειο· έξω από μια κλειστή βιβλιοθήκη. «Σκοπός της κατάληψης είναι να εμποδίσει κάθε ερευνητική δραστηριότητα», μαθαίνω από μια κοπέλα που μόλις ετοιμάζει το τσιγάρο της. Αρματωμένη σημειώσεις, κοιτώ απλώς. «Δεν σου είπα τίποτα, απλά σου εξήγησα γιατί είναι κλειστή», προσθέτει.
Σήμερα που με τους νόμους παιδείας θα ήθελαν να εκπαιδεύσουν ακόμη και την αλήθεια, είναι δυνατόν να έχεις κλειστές τις βιβλιοθήκες; Και να δηλώνεις προοδευτικός, χωρίς βιβλία, με άραγμα στο παγκάκι και τσιγαράκι; Αν θέλουμε υγιή πανεπιστήμια, πρέπει να έχουμε ανοιχτές βιβλιοθήκες. Και κόσμο μέσα-έξω. Τα τραπεζάκια της αφίσας θυμίζουν ισπανικά τραπεζάκια με ομπρέλα, στο Parco del buen Retiro, στη Μαδρίτη, εκεί που εύσωμες λουλουδάτες κυρίες σε καλούν πρόθυμα να μάθεις το ριζικό σου. Για να μη γίνει το πανεπιστήμιο το πάρκο της καλής αγανάκτησης, ας ανοίξουν οι βιβλιοθήκες.
Σαφώς και οι εκθέσεις βιβλίου δεν είναι βιβλιοθήκες, αλλά ολόκληρη Εστία στο Ζάππειο να μην έχει στον πάγκο της ένα βιβλίο του Μίλοραντ Πάβιτς; Η εσωτερική πλευρά του ανέμου ή Η αγάπη και ο θάνατος της Ηρώς και του Λέανδρου, -Αθήνα 2010- σε μετάφραση Γκάγκα Ρόσιτς, υπάρχει τουλάχιστον στα ράφια των βιβλιοπωλείων, τιμώντας έτσι το συγγραφέα που έφυγε πρόσφατα.
Στη σελίδα 44 της ιστορίας του Λέανδρου- διότι το βιβλίο είναι κομμένο στα δύο, στην ιστορία του Λέανδρου και στην ιστορία της Ηρώς- διαβάζει ο αναγνώστης: «ο σπουδασμένος κοιτάζει το βιβλίο, ο μορφωμένος βλέπει τον σοφό, ενώ ο σοφός κοιτά τον ουρανό ή τη φούστα, κάτι που μπορεί να κάνει και ο αγράμματος…».
«Από πού πήρες αυτό το φόρεμα;», με ρωτά ο Νάνος Βαλαωρίτης. «Από τη Βαρκελώνη, τότε, με το συνέδριο των ουρολόγων που είχα πάει», του απαντώ. «Γιατί δεν το έχω ξαναδεί», μου λέει για το κόψιμο. Σοφός ο Νάνος και με απόδειξη.
Αλλά τι νόημα έχουν οι αποδείξεις στον κόσμο που έχει 100.000 ποιητές; Έχει όντως; Δεν ξέρω… χωρά η ποίηση μέσα σε τόσους ποιητές; Σήμερα, κόντρα στην άνθιση της ποιητολογίας με κάλυψε η «περφόρμανς», η υπομονή μέσα σε ένα άτακτο σύνολο 300 υποψηφιοτήτων, κόσμιας αμφίεσης και πλούσιου résumé για την πιθανή ατάκα και μόνο: chicken with vegetables. Αυτό και αν ήταν ποίηση.
Και βλέπεις παιδιά που δεν θα τα ξαναδείς, άλλους του Λυκείου με άγχος που σκέφτονται πώς είναι στα αγγλικά η «υποχρέωση» και άλλους που δεν ξέρουν γιατί ήρθαν πέρα από το να ζήσουν την εμπειρία. Όλοι όμως έχουν «ευρω-ζωή» (eurolife). Διαθέτουμε από αυτή τη σκιά της ευρωζώνης...
Να σκεφτείς ότι, για τη ραψωδία ζ της Οδύσσειας, γράφει ο Νάνος Βαλαωρίτης: «η λέξη κλειδί είναι Ζώνη/Ζωή, από το ζωός (ζωντανός), καθώς η λέξη ζωή δεν υπάρχει στο ομηρικό κείμενο». (Βλ. Νάνος Βαλαωρίτης, Ο Όμηρος και το αλφάβητο, εκδόσεις Ελληνοαμερικανική Ένωση, Αθήνα 2010, σ. 53). Σήμερα, άλλο ευρωζωή και άλλο ευρωζώνη. Άλλο «ζω» και άλλο «καταστρέφω» : δομές, προτάσεις, προοπτικές. Είμαστε σε ένα πλοίο χωρίς τη θάλασσα, με θέα την άμμο. Την έρημο.
Κάπως έτσι ήταν και «Οι 3 μέρες ευτυχίας» -ο θεατής να τις κάνει. Στο 17ο φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας της Αθήνας –Conn-x, η πρώτη προβολή ελληνικής ταινίας δυστυχώς θύμισε αυτήν την δεισιδαιμονία της μελαγχολίας, που πρήζει –χρόνια τώρα- τα σαλόνια της ελληνικής οικογένειας καθώς και τους σκηνοθέτες, μεγαλωμένους παράλληλα με αυτήν. Λες και είναι μονοδιάστατη αυτή η ελληνική κοινωνία, λες και κοιμάται βυθισμένα σε ένα μπλε διαρκές, χωρίς πλοκή, δηλαδή, χωρίς περιπλοκή. Κρίμα γιατί ήταν τόσο εύστοχο το εναρκτήριο σχόλιο περί «μαρινιέρας» ετών 17, του Ο. Ανδρεαδάκη, που στη συνέχεια, οι προσδοκίες, για την ταινία, έπεσαν στο κενό. Το μεν σχόλιο «μίλησε» κάτι προσωπικό και ας είχε διάρκεια μονόλεπτου, αντίθετα, η ταινία δεν κατόρθωσε να δείξει μια προσωπική πλευρά του σκηνοθέτη της και ας ήταν μεγάλου μήκους. Γιατί το έκανε, αυτό.
Εξαιρετική, ωστόσο, για την εποχή της, ήταν η ταινία του Γιασούζο Μασουμούρα του 1958 «Γίγαντες και Παιχνίδια», που προβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας της Αθήνας –Conn-x. Ένα πολιτικό σχόλιο για την υπερκατανάλωση, το χρήμα ως αυτοσκοπό, στην τεχνοκρατική κοινωνία της Ιαπωνίας που έχει αφήσει πίσω στο χρονοντούλαπο τους σαμουράι της και μιμείται την αμερικάνικη υπερπαραγωγή με μόνη επιδίωξη το ανοιχτό κέρδος, στο βωμό του οποίου οι άντρες της εξουσίας προσομοιάζουν σε σεξιστές και οι γυναίκες υπολογίζονται ως νούμερα δόξας.
Τη δόξα, την καταναλωτική, μιμούνται και άλλοι: όσοι δεν κατάλαβαν πως τα εκσυγχρονισμένα τους καφέ, της οθόνης μεν αλλά και του τρύπιου από τσιγάρο καναπέ και καταλόγου μες στη λίγδα –βλ. καφέ Μουσείο επί της Πατησίων- θα μείνουν άδεια με το να χρεώνουν 3,5 ευρώ έναν ελληνικό και έναν μονό εσπρέσο, όταν το ίδιο προϊόν στη Σικελία στοιχίζει 80 μόλις λεπτά. Για τον επιχειρηματία, πάλι, που έχει Bentley και δεν πληρώνει 15 ευρώ μια καθαρίστρια να αδειάζει το σκουπιδοτενεκέ και να καθαρίζει μια τουαλέτα στο πενθήμερο, δεν έχω τι να σχολιάσω… στη δημοκρατία πάνω απ’ όλα μιλάμε με ιδέες. Δυστυχώς για τον κύριο της Bentley αυτό είναι πολύ …soft.
*φωτό: μου ήρθε με ημέηλ: πώς να σώσετε το σπίτι σας!
Σήμερα που με τους νόμους παιδείας θα ήθελαν να εκπαιδεύσουν ακόμη και την αλήθεια, είναι δυνατόν να έχεις κλειστές τις βιβλιοθήκες; Και να δηλώνεις προοδευτικός, χωρίς βιβλία, με άραγμα στο παγκάκι και τσιγαράκι; Αν θέλουμε υγιή πανεπιστήμια, πρέπει να έχουμε ανοιχτές βιβλιοθήκες. Και κόσμο μέσα-έξω. Τα τραπεζάκια της αφίσας θυμίζουν ισπανικά τραπεζάκια με ομπρέλα, στο Parco del buen Retiro, στη Μαδρίτη, εκεί που εύσωμες λουλουδάτες κυρίες σε καλούν πρόθυμα να μάθεις το ριζικό σου. Για να μη γίνει το πανεπιστήμιο το πάρκο της καλής αγανάκτησης, ας ανοίξουν οι βιβλιοθήκες.
Σαφώς και οι εκθέσεις βιβλίου δεν είναι βιβλιοθήκες, αλλά ολόκληρη Εστία στο Ζάππειο να μην έχει στον πάγκο της ένα βιβλίο του Μίλοραντ Πάβιτς; Η εσωτερική πλευρά του ανέμου ή Η αγάπη και ο θάνατος της Ηρώς και του Λέανδρου, -Αθήνα 2010- σε μετάφραση Γκάγκα Ρόσιτς, υπάρχει τουλάχιστον στα ράφια των βιβλιοπωλείων, τιμώντας έτσι το συγγραφέα που έφυγε πρόσφατα.
Στη σελίδα 44 της ιστορίας του Λέανδρου- διότι το βιβλίο είναι κομμένο στα δύο, στην ιστορία του Λέανδρου και στην ιστορία της Ηρώς- διαβάζει ο αναγνώστης: «ο σπουδασμένος κοιτάζει το βιβλίο, ο μορφωμένος βλέπει τον σοφό, ενώ ο σοφός κοιτά τον ουρανό ή τη φούστα, κάτι που μπορεί να κάνει και ο αγράμματος…».
«Από πού πήρες αυτό το φόρεμα;», με ρωτά ο Νάνος Βαλαωρίτης. «Από τη Βαρκελώνη, τότε, με το συνέδριο των ουρολόγων που είχα πάει», του απαντώ. «Γιατί δεν το έχω ξαναδεί», μου λέει για το κόψιμο. Σοφός ο Νάνος και με απόδειξη.
Αλλά τι νόημα έχουν οι αποδείξεις στον κόσμο που έχει 100.000 ποιητές; Έχει όντως; Δεν ξέρω… χωρά η ποίηση μέσα σε τόσους ποιητές; Σήμερα, κόντρα στην άνθιση της ποιητολογίας με κάλυψε η «περφόρμανς», η υπομονή μέσα σε ένα άτακτο σύνολο 300 υποψηφιοτήτων, κόσμιας αμφίεσης και πλούσιου résumé για την πιθανή ατάκα και μόνο: chicken with vegetables. Αυτό και αν ήταν ποίηση.
Και βλέπεις παιδιά που δεν θα τα ξαναδείς, άλλους του Λυκείου με άγχος που σκέφτονται πώς είναι στα αγγλικά η «υποχρέωση» και άλλους που δεν ξέρουν γιατί ήρθαν πέρα από το να ζήσουν την εμπειρία. Όλοι όμως έχουν «ευρω-ζωή» (eurolife). Διαθέτουμε από αυτή τη σκιά της ευρωζώνης...
Να σκεφτείς ότι, για τη ραψωδία ζ της Οδύσσειας, γράφει ο Νάνος Βαλαωρίτης: «η λέξη κλειδί είναι Ζώνη/Ζωή, από το ζωός (ζωντανός), καθώς η λέξη ζωή δεν υπάρχει στο ομηρικό κείμενο». (Βλ. Νάνος Βαλαωρίτης, Ο Όμηρος και το αλφάβητο, εκδόσεις Ελληνοαμερικανική Ένωση, Αθήνα 2010, σ. 53). Σήμερα, άλλο ευρωζωή και άλλο ευρωζώνη. Άλλο «ζω» και άλλο «καταστρέφω» : δομές, προτάσεις, προοπτικές. Είμαστε σε ένα πλοίο χωρίς τη θάλασσα, με θέα την άμμο. Την έρημο.
Κάπως έτσι ήταν και «Οι 3 μέρες ευτυχίας» -ο θεατής να τις κάνει. Στο 17ο φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας της Αθήνας –Conn-x, η πρώτη προβολή ελληνικής ταινίας δυστυχώς θύμισε αυτήν την δεισιδαιμονία της μελαγχολίας, που πρήζει –χρόνια τώρα- τα σαλόνια της ελληνικής οικογένειας καθώς και τους σκηνοθέτες, μεγαλωμένους παράλληλα με αυτήν. Λες και είναι μονοδιάστατη αυτή η ελληνική κοινωνία, λες και κοιμάται βυθισμένα σε ένα μπλε διαρκές, χωρίς πλοκή, δηλαδή, χωρίς περιπλοκή. Κρίμα γιατί ήταν τόσο εύστοχο το εναρκτήριο σχόλιο περί «μαρινιέρας» ετών 17, του Ο. Ανδρεαδάκη, που στη συνέχεια, οι προσδοκίες, για την ταινία, έπεσαν στο κενό. Το μεν σχόλιο «μίλησε» κάτι προσωπικό και ας είχε διάρκεια μονόλεπτου, αντίθετα, η ταινία δεν κατόρθωσε να δείξει μια προσωπική πλευρά του σκηνοθέτη της και ας ήταν μεγάλου μήκους. Γιατί το έκανε, αυτό.
Εξαιρετική, ωστόσο, για την εποχή της, ήταν η ταινία του Γιασούζο Μασουμούρα του 1958 «Γίγαντες και Παιχνίδια», που προβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας της Αθήνας –Conn-x. Ένα πολιτικό σχόλιο για την υπερκατανάλωση, το χρήμα ως αυτοσκοπό, στην τεχνοκρατική κοινωνία της Ιαπωνίας που έχει αφήσει πίσω στο χρονοντούλαπο τους σαμουράι της και μιμείται την αμερικάνικη υπερπαραγωγή με μόνη επιδίωξη το ανοιχτό κέρδος, στο βωμό του οποίου οι άντρες της εξουσίας προσομοιάζουν σε σεξιστές και οι γυναίκες υπολογίζονται ως νούμερα δόξας.
Τη δόξα, την καταναλωτική, μιμούνται και άλλοι: όσοι δεν κατάλαβαν πως τα εκσυγχρονισμένα τους καφέ, της οθόνης μεν αλλά και του τρύπιου από τσιγάρο καναπέ και καταλόγου μες στη λίγδα –βλ. καφέ Μουσείο επί της Πατησίων- θα μείνουν άδεια με το να χρεώνουν 3,5 ευρώ έναν ελληνικό και έναν μονό εσπρέσο, όταν το ίδιο προϊόν στη Σικελία στοιχίζει 80 μόλις λεπτά. Για τον επιχειρηματία, πάλι, που έχει Bentley και δεν πληρώνει 15 ευρώ μια καθαρίστρια να αδειάζει το σκουπιδοτενεκέ και να καθαρίζει μια τουαλέτα στο πενθήμερο, δεν έχω τι να σχολιάσω… στη δημοκρατία πάνω απ’ όλα μιλάμε με ιδέες. Δυστυχώς για τον κύριο της Bentley αυτό είναι πολύ …soft.
*φωτό: μου ήρθε με ημέηλ: πώς να σώσετε το σπίτι σας!
No comments:
Post a Comment