Μουσική του ροζ πάνθηρα ύποπτα ξετρυπώνει από μια τρύπα-καφέ στην Εμμανουήλ Μπενάκη. Να σου, Παρασκευή, και μια LIFO: απ’ τις λίγες που ξετρυπώνονται την επόμενη μέρα. Ευκαιρία είναι να δω το ζώδιό μου. Στα φούξια κι εγώ, επί ποδός, είμαι με ένα λινό φόρεμα, αγορασμένο στο Σάλτσμπουργκ.
Τα ζώδια πολλοί κορόιδεψαν, την τύχη κανείς. Και όμως, Στην Ταξική Νεύρωση, του Vincent de Gaulejac, των εκδόσεων Παπαζήση, στην εισαγωγή, διευκρινίζεται ότι «το άτομο ορίζεται λιγότερο από την αναφορά του σε μια κοινωνική/ εθνική/ οικογενειακή ομάδα, που του προσφέρει μια θέση μέσα σε μια σταθερή τάξη πραγμάτων, και περισσότερο από την αναφορά του στον ίδιο του τον εαυτό και σε κατηγορίες αποκοινωνικοποιημένες (η προσωπικότητά του, ο λογαριασμός του στην τράπεζα, το ζώδιό του, το παρουσιαστικό του…), μέσα σε μια μεταβαλλόμενη τάξη πραγμάτων»(σ.27). Και βέβαια, προτού αρχίσει την περιοδολόγηση του φαινομένου, ο συγγραφέας επισημαίνει ότι αυτό «έχει πολλαπλές συνέπειες».
Γι’ αυτό και υπάρχουν ποικίλοι τρόποι έκφρασης: είμαι με ένα λινό φόρεμα, φορώ ένα λινό φόρεμα, έχω ένα λινό κ. ο. κ.
Και ο «ορισμός» θα μπορούσε να είναι θέμα τεχνικής: ανατρέχεις σε παλιές φωτογραφίες, τότε που με μεγαλύτερη αφέλεια δινόσουν στο φακό χαμογελώντας διάπλατα, βρίσκεις χαμένα αντικείμενα του χρόνου και τα επαναφέρεις, από τη ντουλάπα σε prêt a porter. Η τύχη είναι με το μέρος των ταξιδιάρικων παιδιών: της υποβολής, της έμπνευσης, της διαίσθησης. Κοινώς, δεν πιάνεις τίποτε στην τύχη.
Εμπνέομαι, από το μονόλογο του Μανόλη Αναγνωστάκη, Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστικά, των εκδόσεων Πατάκη (Αθήνα, 2011), ότι «η ποίηση είναι έκφραση νεανική» (σ. 84) καθώς και από το ότι «στην προπολεμική περίοδο, τα περιοδικά είχαν έναν κοινό άξονα» (σ. 73). «Κοινός άξονας» σημαίνει προφανώς «Λόγος» -και, άρα πολυφωνία-, αντί για προβολή μιας μονοδιάστατης εικονιστικής διάθεσης. Και η χαρακτηρολογία της ποίησης, ως «νεανική έκφραση», δείχνει τον τόπο όπου αναβλύζει το νερό της πηγής: δείχνει την ίδια την ψυχή. Το βιβλίο είναι μικρό και πολύ ενδιαφέρον.
Ενδιαφέρον είναι το ζήτημα της φωνής. Στην ποίηση, η φωνή έχει έναν ρόλο πιο συναρπαστικό, εξίσου και στο δοκίμιο. Έχει μια δύναμη. Άκουσα, στο Βήμα, διαδικτυακά, τον Ντέιμιεν Χερστ να μιλάει για την τέχνη και τη δημιουργία με κοινωνικό αντίκτυπο, με αφορμή την έκθεση στο μουσείο Μπενάκη. Οι ίδιες ακριβώς φράσεις, σε γραπτή μορφή, θα μου φαίνονταν κοινότοπες. Χωρίς το «μέταλλο» της φωνής, δεν θα ήταν εξίσου δυνατή, για ένα θεατή, η «εκμετάλλευση» του καλλιτέχνη, που έρχεται από μακριά και ανοίγεται στην ελληνική κοινωνία. Σαφές είναι, βέβαια, ότι ο καλλιτέχνης μιλά μέσα από το έργο του. Οπότε, η διάκριση της φωνής είναι απλώς και μόνο αυτό που είναι: μια διάκριση. Ή, υπό την έννοια ότι η φωνή είναι φωνές μαζί, ανατρέχοντας στη Σολάλ Ραμπίνοβιτς, και στο άρθρο της «Η αγάπη μεταβίβασης» –Ψυχανάλυση και Τέχνη, Σχολή Ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόϋντ, Αθήνα 1999-2000- υπαγορεύεται ότι «οι φωνές είναι η βασιλική οδός της επιστροφής του διακεκλεισμένου: γιατί για να ακουσθούν οι λέξεις χρειάζονται τη φωνή, γιατί το απορριφθέν και το διακεκλεισμένο σημαίνον μέσα στο πραγματικό γίνεται πραγματικό, πραγματικό με την πλέον κατάλληλη μορφή για το Όνομα –του Πατέρα, δηλαδή με τη μορφή της φωνής του, επειδή το πράγμα-φωνή, το πράγμα-λέξη διωγμένο μέσα στο πραγματικό, επανέρχεται μ’ αυτή τη μορφή πραγματικού, αρπάζοντας στο πέρασμά του τις περιπλανώμενες λέξεις (αυτές του πολέμου και του πατέρα)», σ.38.
Η παραπάνω τοποθέτηση, ωστόσο, συνδέεται και με το ζήτημα της ύπαρξης των παραισθήσεων. Σύμφωνα με τους ψυχιάτρους και τη Ραμπίνοβιτς, «οι παραισθήσεις υπάρχουν επειδή υπάρχουν διαταραχές του λόγου και υπάρχουν διαταραχές του λόγου γιατί δεν υπήρξε κανένα ‘‘λέω-ότι-όχι’’ να χωρίσει το υποκείμενο παιδί από τη μητέρα του» (σ.38).
Ποιος θα μας χωρίσει από την τρόικα, δεν ξέρω. Και τι να συμπεράνει κάποιος, αφού μια επίσκεψη σε διάφορους χώρους «εργασίας» πείθει για την σημερινή κατάντια. Στο ΕΚΚΕ άκουσα ότι υπάλληλοι έφερναν -ή φέρνουν- χαρτί υγείας. Σε μια εταιρία πράσινης-υποτίθεται-ενέργειας, πάλι, είδα αγάλματα αριστερά και δεξιά, ενώ έπαιζε δυνατά Ρέμος και Μαζωνάκης: στην αίθουσα «θέλεις-μπουζούκια-πάμε», δυο κοπέλες με περπάτημα πιγκουΐνου –κούτσα κούτσα- ζύγωναν το τηλέφωνο, το οποίο ακουγόταν να χτυπάει πίσω από μια κλειστή πόρτα με κεφαλαία γράμματα «Πρόεδρος»…Πρόεδρος της Αφροδίτης της Μήλου; Αυτός ο λεγάμενος έχει ορίσει και ένα υδάτινο σημείο –ζεν στη Λιοσίων- μέσα σε αυτόν το διάκοσμο με τα αγάλματα. «Φεύγετε;», με ρώτησε η μια πιγκουΐνος. «Όπως βλέπετε», απάντησα στον ίδιο συρτό τόνο. Αν είχε υπόψη της, τι σόι εταιρείες κυκλοφορούν στην Αθήνα, η τρόικα θα σήκωνε τα χέρια ψηλά…η επιστήμη, -κρίνοντας από τα συγκεκριμένα παραδείγματα-, το έχει κάνει, η τρόικα όχι;
Γίνονται φεστιβάλ- κατόπιν σκέψης 2 ετών-, όπως το Music and Cultural Festival στη Φολόη, τέλη Ιουλίου έως αρχές Αυγούστου του 2011, και ακόμη μαθαίνω πως δεν έχουν πληρωθεί ούτε κάποιοι καλλιτέχνες ούτε άνθρωπος που είχε βασικό επιτελεστικό και υποστηρικτικό ρόλο. Γιατί; Η κρίση χτυπά τον εργαζόμενο αλλά τιμά το διοργανωτή; Αναρωτιέμαι... και δεν έρχεται ούτε ο ροζ πάνθηρας να μου δείξει τι LIFO ζωή μας περιμένει.
Τα ζώδια πολλοί κορόιδεψαν, την τύχη κανείς. Και όμως, Στην Ταξική Νεύρωση, του Vincent de Gaulejac, των εκδόσεων Παπαζήση, στην εισαγωγή, διευκρινίζεται ότι «το άτομο ορίζεται λιγότερο από την αναφορά του σε μια κοινωνική/ εθνική/ οικογενειακή ομάδα, που του προσφέρει μια θέση μέσα σε μια σταθερή τάξη πραγμάτων, και περισσότερο από την αναφορά του στον ίδιο του τον εαυτό και σε κατηγορίες αποκοινωνικοποιημένες (η προσωπικότητά του, ο λογαριασμός του στην τράπεζα, το ζώδιό του, το παρουσιαστικό του…), μέσα σε μια μεταβαλλόμενη τάξη πραγμάτων»(σ.27). Και βέβαια, προτού αρχίσει την περιοδολόγηση του φαινομένου, ο συγγραφέας επισημαίνει ότι αυτό «έχει πολλαπλές συνέπειες».
Γι’ αυτό και υπάρχουν ποικίλοι τρόποι έκφρασης: είμαι με ένα λινό φόρεμα, φορώ ένα λινό φόρεμα, έχω ένα λινό κ. ο. κ.
Και ο «ορισμός» θα μπορούσε να είναι θέμα τεχνικής: ανατρέχεις σε παλιές φωτογραφίες, τότε που με μεγαλύτερη αφέλεια δινόσουν στο φακό χαμογελώντας διάπλατα, βρίσκεις χαμένα αντικείμενα του χρόνου και τα επαναφέρεις, από τη ντουλάπα σε prêt a porter. Η τύχη είναι με το μέρος των ταξιδιάρικων παιδιών: της υποβολής, της έμπνευσης, της διαίσθησης. Κοινώς, δεν πιάνεις τίποτε στην τύχη.
Εμπνέομαι, από το μονόλογο του Μανόλη Αναγνωστάκη, Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστικά, των εκδόσεων Πατάκη (Αθήνα, 2011), ότι «η ποίηση είναι έκφραση νεανική» (σ. 84) καθώς και από το ότι «στην προπολεμική περίοδο, τα περιοδικά είχαν έναν κοινό άξονα» (σ. 73). «Κοινός άξονας» σημαίνει προφανώς «Λόγος» -και, άρα πολυφωνία-, αντί για προβολή μιας μονοδιάστατης εικονιστικής διάθεσης. Και η χαρακτηρολογία της ποίησης, ως «νεανική έκφραση», δείχνει τον τόπο όπου αναβλύζει το νερό της πηγής: δείχνει την ίδια την ψυχή. Το βιβλίο είναι μικρό και πολύ ενδιαφέρον.
Ενδιαφέρον είναι το ζήτημα της φωνής. Στην ποίηση, η φωνή έχει έναν ρόλο πιο συναρπαστικό, εξίσου και στο δοκίμιο. Έχει μια δύναμη. Άκουσα, στο Βήμα, διαδικτυακά, τον Ντέιμιεν Χερστ να μιλάει για την τέχνη και τη δημιουργία με κοινωνικό αντίκτυπο, με αφορμή την έκθεση στο μουσείο Μπενάκη. Οι ίδιες ακριβώς φράσεις, σε γραπτή μορφή, θα μου φαίνονταν κοινότοπες. Χωρίς το «μέταλλο» της φωνής, δεν θα ήταν εξίσου δυνατή, για ένα θεατή, η «εκμετάλλευση» του καλλιτέχνη, που έρχεται από μακριά και ανοίγεται στην ελληνική κοινωνία. Σαφές είναι, βέβαια, ότι ο καλλιτέχνης μιλά μέσα από το έργο του. Οπότε, η διάκριση της φωνής είναι απλώς και μόνο αυτό που είναι: μια διάκριση. Ή, υπό την έννοια ότι η φωνή είναι φωνές μαζί, ανατρέχοντας στη Σολάλ Ραμπίνοβιτς, και στο άρθρο της «Η αγάπη μεταβίβασης» –Ψυχανάλυση και Τέχνη, Σχολή Ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόϋντ, Αθήνα 1999-2000- υπαγορεύεται ότι «οι φωνές είναι η βασιλική οδός της επιστροφής του διακεκλεισμένου: γιατί για να ακουσθούν οι λέξεις χρειάζονται τη φωνή, γιατί το απορριφθέν και το διακεκλεισμένο σημαίνον μέσα στο πραγματικό γίνεται πραγματικό, πραγματικό με την πλέον κατάλληλη μορφή για το Όνομα –του Πατέρα, δηλαδή με τη μορφή της φωνής του, επειδή το πράγμα-φωνή, το πράγμα-λέξη διωγμένο μέσα στο πραγματικό, επανέρχεται μ’ αυτή τη μορφή πραγματικού, αρπάζοντας στο πέρασμά του τις περιπλανώμενες λέξεις (αυτές του πολέμου και του πατέρα)», σ.38.
Η παραπάνω τοποθέτηση, ωστόσο, συνδέεται και με το ζήτημα της ύπαρξης των παραισθήσεων. Σύμφωνα με τους ψυχιάτρους και τη Ραμπίνοβιτς, «οι παραισθήσεις υπάρχουν επειδή υπάρχουν διαταραχές του λόγου και υπάρχουν διαταραχές του λόγου γιατί δεν υπήρξε κανένα ‘‘λέω-ότι-όχι’’ να χωρίσει το υποκείμενο παιδί από τη μητέρα του» (σ.38).
Ποιος θα μας χωρίσει από την τρόικα, δεν ξέρω. Και τι να συμπεράνει κάποιος, αφού μια επίσκεψη σε διάφορους χώρους «εργασίας» πείθει για την σημερινή κατάντια. Στο ΕΚΚΕ άκουσα ότι υπάλληλοι έφερναν -ή φέρνουν- χαρτί υγείας. Σε μια εταιρία πράσινης-υποτίθεται-ενέργειας, πάλι, είδα αγάλματα αριστερά και δεξιά, ενώ έπαιζε δυνατά Ρέμος και Μαζωνάκης: στην αίθουσα «θέλεις-μπουζούκια-πάμε», δυο κοπέλες με περπάτημα πιγκουΐνου –κούτσα κούτσα- ζύγωναν το τηλέφωνο, το οποίο ακουγόταν να χτυπάει πίσω από μια κλειστή πόρτα με κεφαλαία γράμματα «Πρόεδρος»…Πρόεδρος της Αφροδίτης της Μήλου; Αυτός ο λεγάμενος έχει ορίσει και ένα υδάτινο σημείο –ζεν στη Λιοσίων- μέσα σε αυτόν το διάκοσμο με τα αγάλματα. «Φεύγετε;», με ρώτησε η μια πιγκουΐνος. «Όπως βλέπετε», απάντησα στον ίδιο συρτό τόνο. Αν είχε υπόψη της, τι σόι εταιρείες κυκλοφορούν στην Αθήνα, η τρόικα θα σήκωνε τα χέρια ψηλά…η επιστήμη, -κρίνοντας από τα συγκεκριμένα παραδείγματα-, το έχει κάνει, η τρόικα όχι;
Γίνονται φεστιβάλ- κατόπιν σκέψης 2 ετών-, όπως το Music and Cultural Festival στη Φολόη, τέλη Ιουλίου έως αρχές Αυγούστου του 2011, και ακόμη μαθαίνω πως δεν έχουν πληρωθεί ούτε κάποιοι καλλιτέχνες ούτε άνθρωπος που είχε βασικό επιτελεστικό και υποστηρικτικό ρόλο. Γιατί; Η κρίση χτυπά τον εργαζόμενο αλλά τιμά το διοργανωτή; Αναρωτιέμαι... και δεν έρχεται ούτε ο ροζ πάνθηρας να μου δείξει τι LIFO ζωή μας περιμένει.
No comments:
Post a Comment