Το περασμένο απεργιακό Σάββατο, περιμένω για ταξί στην Αλεξάνδρας, ύστερα από ένα βιαστικό βάδισμα, μέσα από φοίνικες και ελιές στο Πεδίον του Άρεως. Καθ’ ότι θύμα της δημιουργικής οπτικής- εδώ πάσχισαν και υπήρξαμε θύματα της δημιουργικής λογιστικής, αυτό θα με πειράξει;- προλαβαίνω και σταματώ στο τσακ έναν ταξιτζή. Ποντάρω στο φυσιογνωμικό και, καθώς είναι εν εγρηγόρσει με το κινητό, περιμένω την ώρα. Μόλις το κίτρινο όχημα πλησιάζει την ιερή ζώνη – και φως φανάρι, περνάμε το γήπεδο του Παναθηναϊκού-, ρωτώ, τι ομάδα είστε; Βάζελος, λέει και, σχολιάζοντας, τι άλλο θα μπορούσαμε να είμαστε, μοστράρει το χτενάκι. Επιχείρηση «λευκές τρίχες». Χτενίζεται. Κι εγώ σκέφτομαι πόσο η αστική νοοτροπία –προσέξτε, μας βλέπει- έχει πέραση. Κρέμεται από ένα χτενάκι τσέπης. Η προσοχή μου, του είναι κέρδος. Τον προσέχω, λοιπόν, με ‘‘κερδοσκοπικό’’ ενδιαφέρον, να κοιτά το κινητό. Καθώς είμαστε ίδια ομάδα, έγινα ο άνθρωπός του. Μου δείχνει και διαβάζει. Χρήστο, τα θέλω μου δε συμπίπτουν με τα δικά σου, και κουράστηκα να αλλάζεις διαρκώς τη γνώμη σου, γράφει το μήνυμα. Τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει; Βγαίνει, σύντομα, το πόρισμα. Εσείς οι γυναίκες είστε αχάριστες. Να σου ένας ζογκλέρ στα φανάρια, στην Κηφισίας. Ο χρόνος τελειώνει και, η πολίτης, πρέπει να πω λίγα και καλά. Οπότε, τον ρωτώ, ύστερα από αυτό το μήνυμα, τι σκέφτεστε να κάνετε; Δεν ξέρει. Μα, δεν θα ήταν καλύτερα, χωρίς τα κινητά λοιπόν; Να τη βλέπετε και να έχετε ζωντανή μπάλα; Τόσα έξοδα, τόσος νταλκάς και τρία χρόνια τώρα; Συμφωνεί. Αν δεν είχαμε κινητά, τα πράγματα θα ήταν πιο απλά. Θα ζούσαμε περισσότερο από ανάμνηση, και λιγότερο για θυμό και αντιπαράθεση. Αλλά ποιος τιμά τα έξοδα, και οι δύο έχουν σύνδεση. Α, έχετε σύνδεση, επαναλαμβάνω. Ε, τότε συνδεθείτε καλύτερα. Και έτσι, γελώντας, με ατάκα και ελάχιστη χρέωση, λέμε αντίο και με τη μεταπώληση γέλιου φεύγω. Σκέφτομαι ότι, με αφορμή τα κινητά, έχουν καλλιεργηθεί σχέσεις τουλίπας: σχέσεις του κέρδους, θυμού αλλά και αποθεματικού θάρρους, να γράφεις όσα ο άλλος δεν σου δίνει χρόνο και ευκαιρία να πεις. Περί τουλιπομανίας ο λόγος: το πρώτο από τα κερδοσκοπικά σκάνδαλα μεγάλου βεληνεκούς, -ειδικότερα στις Κάτω Χώρες τη δεκαετία του 1630-, αφορούσε στην απόκτηση των βολβών τουλίπας και στην επιτυχή μεταπώλησή τους, ώστε να στηθεί μια οργανωμένη χρηματιστηριακή συναλλαγή, όπου σύντομα συμμετείχαν όλα τα στρώματα του πληθυσμού. Αυτά συνέβησαν μέχρι το 1637. Μετά οι κτήτορες έμειναν αποσβολωμένοι με τους βολβούς άνευ αγοραστικού ενδιαφέροντος. (Βλ. Βέρνερ Ζόμπαρτ Ο Αστός, Πνευματικές προϋποθέσεις και ιστορική πορεία του δυτικού καπιταλισμού, μτφρ. Κώστα Κουτσουρέλη, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1998, σ. 58). Μπορεί, λοιπόν, ο φυσιοδίφης Busbeck από την Αδριανούπολη να έφερε -το 1554 στη Δυτική Ευρώπη- την τουλίπα, όμως θεωρείται πλειοψηφεί ότι οι τουλίπες προέρχονται από την Ολλανδία. Όπως αντίστοιχα, πλειοψηφεί στέλνονται μηνύματα, να βλέπουμε ότι δεν καταλαβαινόμαστε και συγχρόνως να ενισχύουμε την κερδοφορία στο αστικό πανδαιμόνιο. Μας χρειάζεται, ιδίως τώρα, το θέατρο. Διότι, «πουθενά αλλού η ανάμνηση δεν παίρνει το αίμα της πίσω. Πολύ εύκολα στο θέατρο χειροκροτούμε τις αναμνήσεις μας», ο Βασίλης Παπαβασιλείου είχε πει, -μια βραδιά στο Ελληνικό κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, στη Σουλτάνη των Εξαρχείων-. Δεν συμφωνείτε;
17.2.12
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment