16.12.09

Πρόσκληση σε Δείπνο από την Ενβελόπη.

Κυρία Δέλτα: Πόσα χρόνια! Άργησα;
Κύριος Φι: Έγραφες, «αν αργήσω, πιάσε ένα τραπέζι».
Κυρία Δέλτα: Άρα, άργησα για να κάθεσαι. Μισό λεπτό: εγώ δεν σου έγραψα.
Κύριος Φι: Και τότε, εδώ, πώς είμαστε; Αν δεν μου έγραψες εσύ…
Κυρία Δέλτα: Μου έγραψες εσύ.
Κύριος Φι: Όχι, εγώ δε σου έγραψα.
Κυρία Δέλτα: Αχ, ο έρωτας, όταν θέλει να μιλήσει, είναι πιο εφευρετικός από όσο μπορούμε να φανταστούμε.
Κύριος Φι: Μάλλον η φαντασία σου είναι εφευρετική.
Κυρία Δέλτα: Το βλέπω ότι κάτι μέσα σου, για μένα, ακόμη υπάρχει. Αλλά ποτέ δεν το παραδεχόσουν.
Κύριος Φι: Ούτε εσύ παραδεχόσουν ότι ποτέ δεν ήσουν στην ώρα σου.
Κυρία Δέλτα: Δεν είναι της παρούσης αυτό. Είναι αναπαυτικό το κάθισμα τουλάχιστον.
Κύριος Φι: Για να τελειώνουμε με το θέμα, δεν σε προσκάλεσα εγώ. Ήρθα και βρήκα αυτό το τραπέζι. Είχε το καρτελάκι «ρεζερβέ» και από κάτω υπήρχε το σημείωμα «αυστηρά για εξορκιστές». Έκατσα.
Κυρία Δέλτα: Και κάθισες να με περιμένεις σε ένα τέτοιο τραπέζι: για εξορκιστές;
Κύριος Φι: Δεν είχα άλλη επιλογή, εδώ που με έφερες. Υπήρχε μόνο αυτό το τραπέζι.
Κυρία Δέλτα: Δε θα επέλεγα ποτέ ένα άδειο και αστόλιστο τραπέζι για μας. Σε ξορκίζω, δεν σε κάλεσα εγώ. Θα στο αποδείξω αν βρω και το φάκελο.
Κύριος Φι: Ανέκαθεν μηχανευόσουν πράγματα, δεν μου κάνει εντύπωση. Αλλά να με θεωρείς και εξορκιστή. Δεν σου πρόσφερα ζέστη, ευχαρίστηση, τίποτε;
Κυρία Δέλτα: Με τη ζέστη, το ξέρεις, εξαγριωνόμουν που η ανάσα σου μύριζε ακόμη πιο βαριά. Μη μου το θυμίζεις.
Κύριος Φι: Εδώ πάλι που είμαστε, κάνει μόνο κρύο. Κρύο για σφήκες, μη νομίζουν απ’ την πολλή ζέστη πως βρίσκονται στις φωλιές τους και αρχίσουν να τις υπερασπίζονται επιτιθέμενες.
Κυρία Δέλτα: Σκαλίζουμε με το κουταλάκι βλέπω. Αυτό συνέβαινε στην παραλία ενώ κοιμόσουν, η ανάσα σου ήταν βαριά και οι σφήκες έρχονταν σ’ εμένα που έτρωγα τα ροδάκινα.
Κύριος Φι: Και μετά εσύ ξεφώνιζες.
Κυρία Δέλτα: Κι εσύ ξυπνούσες.
Κύριος Φι: Και οι σφήκες σε τσιμπούσαν. Τέλος. Και καλά σου έκαναν που δεν μου είχες αφήσει ούτε ένα ροδάκινο. Τι έγινε; Ακόμη να βρεθεί ο φάκελος;
Κυρία Δέλτα: Σταμάτα να γελάς. Ας ζωγράφιζες και τίποτε από τότε. Εμάς, δουλειά μας είναι να προστατεύουμε την ομορφιά. Την ομορφιά της φύσης.
Κύριος Φι: Αυτό που θεωρούμε ότι είναι όμορφο, το προστατεύουμε.
Κυρία Δέλτα: Για να δω τα χέρια σου.
Κύριος Φι: Βλέπεις τις γραμμές τους; Νιώθω αν όχι εντελώς δεμένος μαζί σου, τουλάχιστον ότι η ζωή μου μοιάζει με τη δική σου σε πολλά.
Κυρία Δέλτα: Τι χέρια έχεις, μαλακά ή σκληρά;
Κύριος Φι: Εσύ τι χέρια έχεις όταν γράφεις;
Κυρία Δέλτα: Χέρια σαν ναρκωτικά.
Κύριος Φι: Τα ίδια που με πάγωναν όταν χάιδευαν. Δεν είναι ώρα να μου πεις, τι με θες;
Κυρία Δέλτα: Τίποτε συγκεκριμένο. Και μην επιμένεις: δε σε κάλεσα.
Κύριος Φι: Θα σε χρειαστώ πάντως, δεν θα παίξω το παιχνιδάκι κι ύστερα άντε γεια. Αφού ήταν γραφτό να συναντηθούμε, θα με βοηθήσεις στην προβολή του νέου έργου μου.
Κυρία Δέλτα: Πες πρώτα τι είναι.
Κύριος Φι: Λέγεται «Ενβελόπη» και είναι μια αντιλόπη με λέξεις. Πώς σου φαίνεται;
Κυρία Δέλτα: Μπορώ να το φανταστώ. Ίδιο με τα άλλα. Να και ένα καλό που δεν εξελίχτηκες. Μπορώ και φέρνω την εικόνα μπροστά μου.
Κύριος Φι: Αυτό το κερασάκι δε μου άρεσε.
Κυρία Δέλτα: Τούρτα είναι και σε όποιον αρέσει.
Κύριος Φι: Η ταυτότητα ενός καλλιτέχνη είναι πολύ βασικό πράγμα.
Κυρία Δέλτα: Και η τούρτα το ίδιο.
Κύριος Φι: Εσύ και εγώ έχουμε ταυτότητα.
Κυρία Δέλτα: Ναι. Ω, ναι.
Κύριος Φι: Οπότε το όνομα «Ενβελόπη» πώς σου φαίνεται; Αυτό σε ρώτησα.
Κύρια Δέλτα: Α, το όνομα. Καλό είναι.
Κύριος Φι: Δε δείχνεις να το πιστεύεις και πολύ.
Κυρία Δέλτα: Και τι κάνει αυτή στον πίνακα είπες;
Κύριος Φι: Τρώει φακέλους, ερωτικές επιστολές. Το βλέπεις; Φοβερή εικόνα;
Κυρία Δέλτα: Από τότε που χωρίσαμε δεν μπορώ να βλέπω τι διαβάζεις.
Κύριος Φι: Δε σου αρέσει;
Κυρία Δέλτα: Και τι θα δείξεις με αυτό;
Κύριος Φι: Αυτή τη φορά σκέφτηκα να μη δείξω τίποτε. Δεν έχω να αποδείξω τίποτε και σε κανέναν.
Κυρία Δέλτα: Και γιατί να τρώει επιστολές αυτή; Νύχια δεν έχει η αντιλόπη;
Κύριος Φι: Υποτίθεται ότι η «Ενβελόπη» ζει από τους φακέλους. Ζει για να τρώει γράμματα. Λέξεις! Πώς το λένε.
Κυρία Δέλτα: Και γιατί να είναι αντιλόπη η «Ενβελόπη»;
Κύριος Φι: Και τι να ήταν;
Κυρία Δέλτα: Στεγαστικό δάνειο. Ξέρεις πόσα τηλεφωνήματα και συνοδευτικές επιστολές χρειάζονται για ένα στεγαστικό δάνειο;
Κύριος Φι: Γίνε λίγο ρομαντική. Η αφρικανική αντιλόπη, για να μαθαίνεις, είναι ζώο μονογαμικό. Και αυτό το πληρώνει με τη σταδιακή εξαφάνισή της, μέσα σε σύντομο διάστημα, από τη Γκάνα. Ξέρεις που είναι η Γκάνα;
Κυρία Δέλτα: Εσύ το είπες, στην Αφρική. Λοιπόν;
Κύριος Φι: Εγώ λοιπόν βάζοντας την «Ενβελόπη» να μασάει φακέλους και λέξεις, δείχνω ότι υπάρχει ελπίς.
Κυρία Δέλτα: Πριν είπες ότι δεν θα δείξεις απολύτως τίποτε.
Κύριος Φι: Αφού με ρωτάς, αναγκάζομαι να απαντώ. Να επινοώ.
Κύρια Δέλτα: Δεν είναι οι επιστήμονες που παραπλανούν τον κόσμο μόνο, είναι και οι ζωγράφοι.
Κύριος Φι: Οι ποιητές έπεσαν στο πηγάδι;
Φωνή: Ποια η ποιήτρια και ποιος ο ζωγράφος;
Κυρία Δέλτα: Άκουσες αυτό που άκουσα;
Κύριος Φι: Ποιος είναι;
Φωνή: Η Ενβελόπη ολοζώντανη.
Κύριος Φι και κυρία Δέλτα: Ποια είστε εσείς;
Ενβελόπη: Αυτή που σας προσκάλεσε. Για να σας ευχαριστήσει.
Κύριος Φι και κυρία Δέλτα: Για ποιο λόγο;
Ενβελόπη: Επειδή αν δεν ήσασταν εσείς, οι εξορκιστές του αντικειμένου, εμείς δε θα μαθαίναμε ποτέ γι’ αυτό. Σας χρειαζόμαστε και εσάς. Χωρίς εσάς ο κόσμος δεν θα είχε πόρτες ούτε φύλακες. Εσείς βρίσκεστε στα όρια, στα σύνορα. Είστε οι φρουροί ώστε όλοι να ξέρουν ότι μπορούν σε μια πρώτη γνωριμία κάτι να μοιραστούν. Μετά, επιθυμώντας περισσότερο το αντικείμενο, εμείς βαδίζουμε όλο και μακρύτερα, σας κουνάμε το μαντίλι, προχωρώντας αποφασιστικά στο άγνωστο και ανακαλύπτοντας καλλιτέχνες, τα ονόματα των οποίων δεν μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε ούτε φυσικά και να υποψιαστούμε. Για εσάς δεν υπάρχει η παραμικρή υποψία. Εσείς είστε η βεβαιότητα που πουλάει. Γι’ αυτό σας ευχαριστώ. Για την πρώτη γνωριμία, για την πρώτη ευκαιρία. Ναι, πλέον, οι συνθήκες και το ίδιο το αντικείμενο σας έχουν προ πολλού ξεπεράσει αλλά όπως υπάρχουν οι μετρήσεις της κοινής γνώμης, παρόλο που δεν παρατηρούν ούτε υποπτεύονται τις ανθρώπινες συμπεριφορές αλλά καταγράφουν δηλώσεις και διατυπώσεις, με τον ίδιο τρόπο υπάρχετε και εσείς, για να βρίσκεστε μεταξύ σας και να δηλώνετε ότι όλα είναι μια χαρά.
Ας μην είμαστε απαισιόδοξοι. Κι ας ισχύει ότι ο απαισιόδοξος είναι ένας αισιόδοξος καλά πληροφορημένος. Γιατί εσείς να αναδείξετε την πίστη στην υποψία; Για εσάς πρέπει όλα να είναι βέβαια, καταγεγραμμένα, υπολογισμένα. Εσείς, όμως, όπως ανέφερα προηγουμένως, δεν είστε παρά οι εξορκιστές του αντικειμένου. Ο όρκος δίνεται από τους άλλους: αυτούς που αρκούνται να ζουν με εφόδια την υποψία και την αβεβαιότητα. Αυτούς που γράφουν με τον ήχο και ανορθόγραφα. Μαχέρια, με έψιλον σας αρέσει; Σας αρέσει το λάθος; Cuventa με λατινικούς χαρακτήρες, σας αρέσει; Τι είναι ο λόγος παρά ένα κάλυμμα αέρος, άλλοτε ζεστό καταφύγιο και άλλοτε ψυχρή επίθεση; Σας ευχαριστώ. Δεν έχει αποδοθεί ποτέ φόρος τιμής στους εξορκιστές του αντικειμένου. Κάποιοι –της μάζας- σας εκθειάζουν και κάποιοι –της παρέας- σας απορρίπτουν. Αλλά με τη μάζα και από απόσταση δε ζει κανείς. Στην παρέα μπορεί και να ζει και να σκέφτεται. Και αυτά τα χρόνια της φορμάικας μπορούν να είναι επικίνδυνα όσο και ωραία.
Ας μην είμαστε απαισιόδοξοι. Δυο αρνήσεις κάνουν μία κατάφαση. Την κατάφαση της αβεβαιότητας και της ζωής συγχρόνως. Η χρονική εγγύτητα των σκέψεων μέσα μας είναι τρομακτική. Ένας εσωτερικός, αδιαμόρφωτος συσχετισμός, που δεν έχει προφερθεί στο κενό, σκέψεις που δεν έχουμε ακούσει να λέμε, υπάρχουν μέσα μας, όπως το α και το ν, δίπλα το ένα στο άλλο, σχηματίζουν το «αν». Αν ήταν και αν δεν ήταν. Αν εσείς οι εξορκιστές του αντικειμένου δεν υπήρχατε, εμείς, και ως θεατές ή αναγνώστες των έργων, δεν θα ορκιζόμασταν για το αντικείμενο.

No comments: