17.2.10

Να κι ένα ποίημα θαλάσσης (για να μην ξεχνιόμαστε...)

Κύμα παραθαλάσσιας νυκτός

Ταύρος αγέλαστος κοιτάζει τον ταυρομάχο μες στ’ αγιάζι
Κόκκινο το πανί τα σκούρα νεύρα στην ερυθρά θάλασσα φυτεύει
Σαν υφασμάτινη ανεμώνα αργότερα επάνω στα κεραμίδια τα χαϊδεύει
Κι αν ο όμιλος των ταύρων με αισθήματα δε γειτνιάζει
Τον ταυρομάχο υποβάλλουν οι ενοχές σε πρότυπα κυματοθραύστες
Τζάμια υγρά φεγγίζουν ρυτίδες
Κούφια πέφτοντας επάνω σε φύλλα ξερά
Μεταβατικού φθινοπώρου τα λόγια
Ρίχνουν τις αλλοτινές σκιές ξανά στο αόρατο πρόσωπο απέναντι
Στο αναμνηστικό πεδίο μάχης η διέγερση ριγεί την αγοράστρια μνήμη
Κάποτε οι δυνάμεις του σιγόβραζαν στο μπρούτζινο γκιούμι
Ελεγχόμενες προτού ξεχειλίσουν ανεξάρτητες
Για να τον ξεπεράσουν με κίνδυνο να αφανίσουν το κορμί
Δεν είχε αναδειχθεί ακόμη σε ταυρομάχο επίδοξο
Στην εμπόλεμη ζώνη βιώνεις το χρόνο ως παρελθόν ή μέλλον
Η μνήμη επαίρεται για το βαρύ κιβώτιο πατρότητας στην κατοχή της
Δεν προλαβαίνεις να αναπαράγεις στιγμιότυπα πεπερασμένα
Η μνήμη τα διασπείρει όλα διαιρώντας και αφαιρώντας
Μεταμορφώνει τις αναμνήσεις σε μικρές ευκίνητες σαύρες
Οι σαύρες που σώζονται από το ρεύμα του επικίνδυνου κύματος
Βγαίνοντας στη στεριά τρέχουν προς κάθε τυφλή σωτηρία
Με το που οι φευγαλέες αναμνήσεις γλιτώνουν από το ψυχομάχημα
Εσύ ο ταυρομάχος, δέσμιος κενής μνήμης και πολέμιος ζωής είσαι
Για να ψοφήσει το ζώο, πρέπει να αποτιμηθούν οι δυνατότητές του
Η μνήμη ταυρομάχου αυτοδιορίζεται για να γονιμοποιηθεί ξανά

Παρακολουθώντας την πορεία των πραγμάτων δεν πρέπει να λησμονούμε
Το χέρι του ταυρομάχου με τη σημασία του σταθερό καθώς αποπνέει
Αυτοπεποίθηση ότι θα κερδίσει τη μάχη με τον ταύρο έστω και αργά
Η ιστορία με το κόκκινο πανί, όμως, διαψεύδοντας προσδοκίες
Υψηλές φιλοδοξίες που απορρέουν από το γεγονός της ταυρομαχίας
Εκτυλίσσεται γοργά κι από ψηλά, ενώ πετιέται το πανί, καπνίζουν σαπουνάδες
Οι θεατές όρθιοι αντί για τον ταύρο και τον ταυρομάχο στο κέντρο της αρένας
Αντικρίζουν ένα μπονσάι
Ταύρος και ταυρομάχος έχουν αποσυρθεί διακριτικά
Ο ένας από την αριστερή θύρα εξόδου και ο άλλος από τη δεξιά
Όλοι οι γητευτές του θεάματος ψοφούν για λίγη περιπέτεια σε δόσεις
Δίπλα στο μπονσάι ένας άντρας, ξυπόλητος και με ρούχα του ναύτη
Μάλλον έχει στη διάθεσή του αρκετό χρόνο για να κοιτάζει ήρεμα τους περίεργους θεατές Έναν προς έναν, μέσα στα μάτια, ενώ έχουν φροντίσει να είναι ξανά στις θέσεις θεάματος
Τι μέλλει αυτόν τον άντρα που κρατά το κόκκινο πανί
Ως συλλέκτης σιωπηλών χρωμάτων σκουπίζοντας τον ιδρώτα από τα μάτια
Αρχίζει να χαϊδεύει τα φύλλα του μικρού φυτού
Σαν να περιείχαν ιερογλυφικά που θα έλυναν το γρίφο της ζωής
Τα φύλλα, από πράσινα και μες στη σκόνη, γίνονται λαμπρά
Γυαλίζουν σαν να κοκκινίζουν
Ενώ το ενδιαφέρον επικεντρώνεται πάνω τους
Λόγω της απροσδόκητης στοργής του ανώνυμου λάτρη
Η αγάπη του άντρα για τα φύλλα ηχεί ανεπαίσθητα όπως ένας κόκκινος φάρος αναβοσβήνει Στην άκρη της προκυμαίας χωρίς να μονοπωλεί βλέμματα διεκδικώντας λεπτά θορύβου
Και αυτή η μετατροπή του κοινού αξιοπρόσεχτου ενδιαφέροντος
Από την εικόνα του προσώπου στο αντικείμενο που περιθάλπει
Αποτελεί ιδιαίτερη ευχαρίστηση για τον άντρα ντυμένο ναύτη
Κύμα παραθαλάσσιας νυκτός η αγάπη περιφέρεται εμπρός-πίσω, μέσα-έξω
Χέρια που αγαπιούνται μες στη νύκτα μακριά από τα φώτα ιδρώνουν

No comments: