Εδώ Ζουμ
Τα κύματα ξιφομαχούν ακόμη, τα ακούει η πλάτη που προς τα φώτα των γειτόνων βαδίζει, ξοπίσω μένει ένα βήμα απόβλητο, απόρρητο πόλης, είναι το αποτύπωμα επάνω στην άμμο της άρσης, στην ηρεμία μέσα, στο σκοτάδι, και το βήμα προχωρεί ηχηρό, θαρραλέο και αισιόδοξο όπως η θέληση, πώς τώρα αλληλοσκοτώνονται οι φωνές των κυμάτων, πώς τα ξίφη το δείχνουν, ότι τίποτε δεν τέλειωσε, αν δεν ήταν αυτή η πάλη, στο σκούρο φόντο, η αποχώρηση δε θα σήμαινε τόσο, πιο ένοχα το σκοτάδι δε θα γειτνίαζε, στη μέρα κόντρα, στα κρύα παγκάκια, στις κούνιες, ακίνητες και απαισιόδοξες όπως η γνώση, πώς πάλι αρκετή τσίκνα φεύγει από τις ανοιχτές χαραμάδες, έξω από κάθε τζάκι και εστία, απόψε έχει νοτιά, στο σύνολό της η βραδιά είναι ζεστή, δεμένες, απ’ την αστροφεγγιά, οι προσδοκίες δίνουν μάχη με το κενό, εκείνο το παιδί που αμφισβήτησε μέσα του τη θάλασσα, τώρα, σβήνει στην άμμο, το θυμό του, στη γη που αντιδρά στα βήματά του, ως αντάλλαγμα κίνησης, κι η σκέψη πάλι χαράσσει κύκλους στην αμμουδερή νύκτα, κοιτά καταπάνω μας, γύρνα πίσω στον κόσμο, συνέχισε, αυτό είναι, από τη μια η λογική θυμίζει μολύβι χωρίς όνομα, που γράφει, και απ’ την άλλη θυμάσαι, το δίχτυ των ψαράδων, για να πολεμάς από υποψία, ψαράς ή ψάρι, πότε κρατάς καλάθι και πότε είσαι μέσα του, από απάθεια, τι σημασία έχει, γυμνά κορμιά καλοκαιριού, ξέπλεκα μαλλιά, με κόκκους άμμου στο λαιμό, ψηφιδωτά γέλια, κόκκος και γέλιο, διατηρητέο το ίχνος των διακοπών, της διακοπής και της απόφασής της, η διακοπή σημαίνει απόφαση, δεν έρχεται από αθωότητα, εδώ ζουμ, η στιγμή που ανακυκλώνεις, σε σημαδεύει, τη στιγμή που ανατρέχεις σε λευκώματα, βιβλία, φωτογραφίες, είσαι χωρίς κερί, ειλικρινής, γύρω από αναμμένες φλόγες κεριών, χωρίς προσδιορισμό ούτε προορισμό, με διορία τη νύχτα που απομένει, στην εξορία της σκέψης, εκεί που το εδώ διαστέλλεται, πολυφωνικά, και απ’ το κερί που καίει, τα ούλα ήδη δείχνουν την αρχή του τέλους, απαιτείται ειλικρίνεια, ύλη και ευκρίνεια, να υπάρχει ακρίβεια στην έκφραση, να ακριβολογούμε, παρόλο που είμαστε ένοικοι φωνών διαφορετικών, συμβαίνει, εδώ ζουμ, οι χώρες συνυπάρχουν μέσα μας, Ιρλανδία, η γη της Ώρας, εδώ χτυπά η καρδιά του κεριού, το κερί σβήνει, δεν σβήνει, αντέχει ακόμη, από τη νωπή άμμο ξεκολλούν πεταλίδες, φυσάει στον Ατλαντικό, και είναι η ξιφομαχία των κυμάτων γνώριμη ένοικος, στη μνήμη, όταν σε πόλεις του νερού, στις ακτές του Waterville, βαδίζεις από μαγεμένη συνήθεια, από την παιδική ηλικία, η αλμύρα μας κρατά στη ζωή, στη φλόγα του πουθενά, εδώ, όταν το εδώ σημαίνει εκεί συγχρόνως, εδώ ζουμ, κομμάτια από λάσπη στους καρπούς των χεριών, τινάζεις τα χέρια χτυπώντας, τον έναν καρπό στον άλλο, παράλληλα στις ριπές των ωκεάνιων ανέμων, ώσπου το νόημα εξανεμίζεται, μες στη συντονισμένη έκφραση των χεριών, σφιχτή η μαγιά του φρέσκου νοήματος, πλέκεται δίχτυ, μια ένωση χιαστί, από υψωμένα δάχτυλα, και αυτό το δίχτυ επαληθεύει τη συνθήκη, πως υπάρχει, άρχει πόλεμος, για το δίκαιο, την ομόνοια, τη θεότητα, δεν θα βγούμε ποτέ από αυτήν την ξιφομαχία, το στόμα του κεριού ανάβει μικρό φως στο σκοτάδι, αλλά απ’ αυτό διακρίνεται το ψηφιδωτό της νύχτας, πράγματα και ρωγμές, στη σιωπή των ωρών, τις ίδιες ώρες που έξω τα κύματα ξιφομαχούν ακόμη…
No comments:
Post a Comment