11.4.11

Ο Antonio Cabrera στο "Poema de Cumpleaños"

Ποίημα Γενεθλίων
(Όταν έγινε η κόρη μου δεκαοχτώ)

Αδελίνα,
ο κόσμος που γεννήθηκες –ένα πρωινό
όμοιο με αυτό- ήταν ένα παλιό θέατρο,
λαμπερό. Τώρα παλιό, λαμπερό ακόμα.


Δες το και σκέψου το, αυτός είναι ο σκοπός.

Αν παρατηρήσεις το ρυάκι που τρέχει,
που περνάει ανάμεσα στα ξερόφυλλα και την ήρεμη
μίνθη, θ’ αμφισβητήσεις και θα ταράξεις
το λείο γυαλί του νερού, που σχίζουν
οι ιριδισμοί. Αν σου έρχεται
η ιδέα μιας φωτοσκίασης, είναι επειδή
σέρνεται σε παράθυρα και τοίχους
ο μανδύας του δειλινού. Η συνείδηση
ζει από τις αντανακλάσεις και τις τρέφει.

Υποχρεωμένη να λες, τα ρήματά σου σφάλλουν,
τα επίθετά σου επιπλέουν στην αδράνεια.
Δεν εισέρχονται στο ουσιώδες, όσο κι αν το ψάχνουν.
Πρόκειται, πάνω απ’ όλα, για μία συνεχή
τυχαία συνάντηση με το δέντρο που λούζει
το φως, γεμάτο πρασινάδα ή κρύο.

Συναντήσεις, και ταυτόχρονα σιγή και αμφιβολίες.
Το δέντρο και τα πιο κοντινά πράγματα
δεν είναι ότι κρύβονται ή φοβούνται,
αφού υπάρχουν στο σκηνικό, τα βλέπεις,
αναπνέεις και η ανάσα σου τα φτάνει.
Νιώθεις πως αν τα κοιτάξεις προστατεύονται;

Είναι ο δισταγμός τους αυτό που αντιλαμβάνεσαι,
η στιγμή γυμνή και η στιγμή
καλυμμένη, ο ελιγμός, το βίαιο άθροισμα
της παρουσίας τους και της ακίνητης ματιάς σου.

Μην παύεις να προσέχεις ακόμα κι αν η έλλειψη
κοφτερών μορφών σε κυνηγάει.
Κάθε δρόμος ξεχειλίζει διάρκεια
και βήματα. Κάθε μέρα, όταν πεθαίνει,
φέρνει μοναδικά μαβιά και κόκκινα.
Επωφελήσου αυτής της συντροφιάς.
Απ’ την απόλαυση, γαλήνια εσύ, μην την ξεχάσεις.
Στον πόνο, επίτρεψε στο φως
που ντύνει το δέντρο και το πράγμα να σου δώσει
την αργόσυρτη υπόσχεση της ευτυχίας.

Προστάτευσε τον κόσμο, πες το όπως σου πρέπει.

Σε έφερε ο Αύγουστος μια μέρα σαν κι αυτή,
με εκθαμβωτική λαμπρότητα, στο ζενίθ του,
στο άνθος του, στην ακμή του. Αδελίνα,
πολλή είναι η σκιά. Κοίτα μέσα από αυτή.

Poema de Cumpleaños
(Al cumplir mi hija los dieciocho)

Adelina,
el mundo al que naciste-una mañana
igual que ésta- era un teatro viejo,
flamante. Viejo ahora, aún flamante.

Verlo y pensarlo, ése es el cometido.

Si contemplas el brazo de un arroyo
que va entre la hojarasca, entre la menta
dócil, pondrás en tesis y en temblor
el vidrio fino del caudal, rasgado
por las irisaciones. Si en ti surge
la idea de un claroscuro, habrá de ser
porque roce en ventanas y paredes
la capa de la tarde. La conciencia
vive de los reflejos y los nutre.

Obligada a decir, tus verbos fallan,
tus adjetivos flotan en su inercia.
No se va a lo esencial, aunque se busque.
Se trata, antes que de eso, de un continuo
toparse con el árbol enmarcado
en la luz, lleno de verdor o frío.

Encuentros, y a la vez sigilo y dudas.
El árbol y las cosas más cercanas
no es que se escondan o se atemoricen,
porque en el escenario están, los ves,
respiras y tu aliento los alcanza.
¿Sientes que si los miras se protegen ?

En su vacilación lo que percibes,
el instante desnudo y el instante
velado, el maniobrar, la suma brusca
de su presencia y de tus ojos quietos.

No dejes de atender aunque la falta
de perfiles tajantes te persiga.
Cada calle rebosa duración
y pasos. Cada día, cuando muere,
trae morados y rojos exclusivos.
Saca provecho de esa compañía.
Desde el placer, serena, no la olvides.
En el dolor, permítele a la luz
que viste al árbol y al objeto hacerte
su promesa lentísima de dicha.

Refugia al mundo, dilo en tu papel.

Te trajo agosto un día como éste,
de claridad punzante, en su cenit,
en su flor, en su cúspide. Adelina,
la sombra es mucha. Mira a su través.



Antonio Cabrera
Piedras al agua / Πέτρες στο νερό

Instituto Cervantes, Atenas 2011

No comments: