23.3.09

Σεξ & εταιρικά μετρητά: Το 13ο υπόγειο

Του Βαγγέλη Μπέκα, από τις εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος

Γεγονός είναι ότι το θέμα του βιβλίου είναι ενδιαφέρον. Θυμίζει την ταινία Truman Show του Peter Weir (1998), καθώς ο αναγνώστης, διαβάζοντας Το 13ο υπόγειο, αναρωτιέται για την αντιστρεπτή σχέση του ονείρου και της πραγματικότητας, πότε το όνειρο αρχίζει ή πότε η πραγματικότητα το ξεπερνά. Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο Πέτρος, καθίσταται συμπαθής, επειδή οι επαγγελματικές δυσκολίες που τον συντρέχουν, μας είναι γνώριμες, βάσει της σύγχρονης καθημερινότητας. Αποτελεί έναν κοινό άνθρωπο, ο οποίος, όμως, αποφασίζει να ρισκάρει και να ενταχτεί στο προσωπικό του New Bios. Το διπλό, συμβολικό όνομα ‘‘New Bios’’- το οποίο, εν μέρει, αναφέρεται σε μια νέα θέση εργασίας ιδωμένη ως μια ‘‘νέα ζωή’’- είναι εύστοχο στο βαθμό που ο στόχος του, να παρατείνει το ενδιαφέρον του αναγνώστη για το θέμα του βιβλίου, επιτυγχάνεται. Ο συνδυασμός του 13 και του υπογείου, της αρνητικής πρόληψης και του σκότους της γης, επίσης εντείνει την αγωνία περί τίνος, τελικά, πρόκειται.

Από το θετό θέμα στο υπόθετο, τη γλώσσα

Όμως, υπό το φως αυτού του σκοτεινού μυστηρίου, η γραφή του Βαγγέλη Μπέκα χάνει το σήμερα, ενώ οι σελίδες γυρίζουν γρήγορα, η μία μετά την άλλη. Δεν είμαι σίγουρη αν το βιβλίο, που είναι αφιερωμένο και στη γενιά των 700 €, ανταποκρίνεται επάξια στις προσδοκίες της γενιάς αναγνωστών των 700 €, οι οποίοι έχουν υπόψη τους τον Κάφκα, τον Ντοστογιέφσκι και τόσους άλλους. Και τούτο διότι, o τρόπος γραφής του βιβλίου δεν δημιουργεί έναν σπειροειδή άξονα γύρω από τη γλώσσα, ώστε να καλλιεργείται η τέρψη της επαναληπτικής ανάγνωσης.

Εάν η περιγραφική λειτουργία της γλώσσας στοχεύει στο να μετατοπίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, από τις μιμητικές δυνάμεις στις μιμητικές σχέσεις, ώστε να αναδείξει την γενική ατμόσφαιρα του έργου μέσω της αναπαράστασης, εδώ, τελικά, δεν υφίσταται μετατόπιση. Υφίσταται μόνο μια κεκτημένη ταχύτητα –fast food, fast mood- περιγραφών, που δυστυχώς περιορίζονται στα κλισέ, μεταξύ των οποίων αναφέρω ενδεικτικά: ‘‘έκλαψε με αναφιλητά’’(σελ. 108), ‘‘τα δάκρυα δεν έλεγαν να στερέψουν’’ (σελ. 116), ‘‘κολλημένη σαν βδέλλα πάνω του’’(σελ. 206), ‘‘ακόμα και οι τοίχοι είχαν αυτιά’’ (σελ. 234). Όλα αυτά μπορούν να διαβαστούν από ένα κοινό, αλλά δεν μπορούν να το συγκινήσουν πια.

Το 13ο Υπόγειο θα μπορούσε να συγκινήσει περισσότερο δεκαπεντάχρονους, που βρίσκονται στην εφηβεία και γι’ αυτούς ακόμη η βρισιά, ως πράξη, συνιστά ένα σημαντικό γεγονός, ακριβώς επειδή τους απαγορεύεται από την οικογένεια ή το σχολείο. Δεν μπορεί, βέβαια, να συγκινήσει εικοσιεπτάχρονους, που έχουν αναγάγει, πλέον, τη βρισιά στο νόημά της, εφόσον τους έχει παραδοθεί ως μια πλεονάζουσα κατάσταση. Για να θυμίσω τον καθηγητή μου, κ. Καραποστόλη, ‘‘η βρισιά είναι η βία της απαξιώνουσας απόφανσης’’, δηλαδή, δεν είναι ποτέ αυθύπαρκτη, αλλά πάντα αντιμετωπίζεται σε σχέση με το λόγο. Συνεπώς, δεν συνιστά κάτι το να διαβάσω, για παράδειγμα, στη σελίδα 96 του βιβλίου: ‘‘όταν ζητάμε εμείς καμιά παράταση στη δόση του δανείου ή καμιά προκαταβολή του μισθού, παίρνουμε τον πούλο’’. Για την ακρίβεια, με αφήνει αδιάφορη.

Όσον αφορά στον τρόπο, με τον οποίο ο 32χρονος Βαγγέλης Μπέκας, από την Πρέβεζα, απευθύνεται στο φαντασιακό κοινό των αναγνωστών , επιλέγοντας το δεύτερο πρόσωπο πληθυντικού- αναφέρω, ενδεικτικά, ‘‘μην νομίσετε πως’’ (σελ. 22), ‘‘απ’ ότι καταλάβατε’’ (σελ. 56) και ‘‘ναι, όπως τ’ ακούτε’’ (σελ. 156) -, αναρωτιέμαι ξανά, εάν αυτό το κοινό των αναγνωστών περιμένει από κάποιον παρουσιαστή να του προσφέρει τη λύση της υπόθεσης. Υποθέτω πως, τρόπον τινά, δημιουργείται μια αίσθηση υποκειμενικότητας σε σχέση με τη διήγηση, ώστε να υπάρχει, τελικά, κάποιος που μιλάει. Τα συμβάντα δεν μοιάζουν να διηγούνται τα ίδια τον εαυτό τους, αλλά ορίζονται από ένα πρόσωπο, που επεμβαίνει και διαμορφώνει την τάξη τους. Μήπως, επειδή θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περισσότερο;

Στη σελίδα 164 του βιβλίου, μέσα στο οποίο εκτυλίσσονται διάφορες σκηνές σεξ και περιπετειώδους δράσης, διαβάζω για τον κεντρικό ήρωα, τον Πέτρο ότι ‘‘πήγε σε δικηγόρους, συνταγματολόγους, εργατολόγους, καφετζούδες, δημοσιογράφους, διαιτητές κι επόπτες’’ προκειμένου να βρει λύση στο πρόβλημά του. Και όμως, διάχυτη είναι η αίσθηση ότι ο χαρακτήρας της Αργυρένιας, την οποία ο Πέτρος κυνήγησε, προσεγγίζεται ελλιπώς, μόνο σε σχέση με εκείνον και όχι πιο σφαιρικά. Οι διάλογοι είναι μικροί και υποκύπτουν, και αυτοί, στα τραύματά τους, στα κλισέ. Η γυναικεία ψυχολογία εξακολουθεί να είναι μια άβυσσος.

Τέλος, η επιμέλεια φαίνεται ότι δεν έγινε ποτέ για το παρόν βιβλίο. Διάφορα τυπογραφικά λάθη όπως: ‘‘στο γραφείου του μεγάλου’’(σελ. 15), το σύμβουλο (..) Εριέττα Τζόκα- να θυμίσουμε ότι είναι ‘‘ο, η σύμβουλος’’- και ‘‘γκράφιτι’’ (σελ. 210)- γκραφίτι είναι ο σωστός τονισμός της λέξης-, όλα αυτά δείχνουν μια πρόχειρη ενασχόληση με το κείμενο, στο οποίο υπάρχουν και κάποιες ασυνταξίες, όπως το ‘‘πήγαν βρήκαν’’ (σελ 131). Σαφώς, ο εκδοτικός οίκος Μπαρτζουλιάνος είναι καινούριος, όμως, ακριβώς γι’ αυτό απαιτείται και μια προσεχτικότερη επιλογή συνεργατών.

Συνοψίζοντας, Το 13ο υπόγειο είναι ένα ‘‘έξυπνο’’ βιβλίο, που μπορούμε να έχουμε μαζί μας στο μετρό, στη δουλειά, στο λεωφορείο. Δεν υποκρίνεται κάτι άλλο από αυτό που είναι. Όμως, το εάν πρόκειται για μια μάχιμη γλώσσα αυθεντικού ύφους, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, εφόσον Το 13ο υπόγειο συνιστά την πρώτη γραπτή απόπειρα του Βαγγέλη Μπέκα;

Βαγγέλης Μπέκας Το 13ο υπόγειο, εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος, Αθήνα 2009.

Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος
Σοφοκλέους 5, 105 59 Αθήνα
210- 38 35421, κιν. 6977 306 160
http://www.bartzoulianos.com/ , info@bartzoulianos.gr

No comments: