στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
Δεν εξυπακούεται, ότι μιλώντας τις ίδιες λέξεις, μιλάμε και για τα ίδια πράγματα. Στη σύγχρονη αισθητική κρίση, της γλώσσας, εμφωλεύει και η επίσης σύγχρονη γλωσσική κρίση της αίσθησης. Αλληλένδετα αυτές οι έννοιες ενώνονται μεταξύ τους. Καθώς, σήμερα, ο νεότερος στοχασμός για αυτό που αποκαλούμε «αισθητική», κατά βάση διαπιστώνεται πως ξεκίνησε να αναπτύσσεται με τον Καντ. Εν τούτοις, η «αισθητική» προέρχεται από την αρχαιοελληνική ρίζα «αίσθηση» και, κατ’ επέκταση, συνδέεται με την αισθητηριακή αντίληψη. Διευκρινίζει ο Αλέξανδρος Νεχαμάς, στο βιβλίο του Μόνο μια υπόσχεση Ευτυχίας, η Θέση του Ωραίου στην τέχνη και στη ζωή, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη, σε μετάφραση της Ελένης Φιλιππάκη: για τον Καντ, η θέαση του ωραίου συμπίπτει με την ενατένιση της φύσης ή της τέχνης, η οποία προκαλεί «ανιδιοτελή αρέσκεια». Και ο ίδιος συνεχίζει τον ισχυρισμό για να υποστηρίξει ότι «η ηδονή («αρέσκεια») που αντλούμε από τα ωραία πράγματα είναι εντελώς ανεξάρτητη από τις χρήσεις και τις επιδράσεις τους, δεν μας εξάπτει κανένα ενδιαφέρον να τα αποκτήσουμε και δεν ενέχει καμία έγνοια για τις συνέπειές τους για εμάς ή τους άλλους. Πρόκειται για μια ηδονή στερημένη από κάθε επιθυμία».
Αυτή η μεταφορά σε ένα επίπεδο συμμετοχικά διανοητικό και άνευ επιθυμίας, ενδυναμωμένο από αυτήν τη συνθήκη ανιδιοτελούς αρέσκειας, ενδεχομένως αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για το στήσιμο της παράστασης Beckett 3b της Έρσης Πήττα, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, την περασμένη εβδομάδα. Πράγματι, η αισθητική πρόταση, συναρθρωμένη στη γλώσσα των αντικειμένων, ήταν ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα. Λιτή η χρήση τους, μεταξύ των οποίων ένα κόκκινο γάντι του μποξ, μια ομπρέλα, ένα παπούτσι. Κάθε ένα από αυτά σαφώς και ενισχύει την ιδέα, ότι ένα αντικείμενο παραπέμπει σε μια σεξουαλική εκφορά και μεταφορά ενέργειας, από το σώμα-ιδιοκτήτη-όνομα στο όργανο-ενοικιαστή-επίθετο. Η ενέργεια διαχέεται από το σώμα στο σωματικό, από το σύνολο στο υποσύνολο. Με μια δουλεμένη κινησιολογία, χωρίς μουσικές παρεκβάσεις, και ένα διπλής μορφής-γραπτό και ηχητικό- ερώτημα να ανθοβολεί. Υπήρξες, δεν υπήρξες, να μην είχες υπάρξει, μακάρι να υπήρχες ξανά. Ωραίο ερχόταν το τέλος, όπως ψιθυριζόταν. Ψίθυρος και πέταλο.
Ωστόσο, μολονότι η αισθητική πρόταση με αφετηρία τη γλώσσα των αντικειμένων και την επεξεργασία της κίνησης ήταν προσανατολισμένη προς την αναζήτηση ενός σκοπού, μιας διαμόρφωσης κατάστασης, αν επισκοπήσουμε την παράσταση-κείμενο, βασισμένη στην ιδέα του Μπέκετ, pardon αλλά Μπέκετ δεν ήταν. Μας έλειψε ο ρυθμός, η πορεία προς ένα σκοπό, η συμφιλίωση με το κείμενο. Και τούτο, διότι η διπλή κρίση, γλώσσας και αίσθησης, την οποία τα έργα του Μπέκετ κατέδειξαν και ανέδειξαν συγχρόνως, στην προκειμένη περίπτωση 3b συρρικνώθηκε μέσα σε μια επίπλαστη παρουσία. Η συγκόλληση των φράσεων, μην υπακούοντας σε μια συναθροιστική αρχή, -έντασης, αποδόμησης, διαφωράς- εμφανιζόταν ανειλικρινής και δίχως να πληροί τη γλώσσα του θανάτου. Καλός ο πειραματισμός αρκεί να υπάρχει και αναγκαιότητα. Σε όποια άλλη περίπτωση, εκ του αποτελέσματος, βγαίνουμε μισοί από τις αίθουσες, στερημένοι όντως από κάθε επιθυμία αλλά και από ηδονή συγχρόνως. Για την προφορά, την καταφορά, τη φορά την ίδια. Χίλιες φορές να μην ακούγαμε τίποτε. Ας υπήρχε μόνο κίνηση. Μακάρι να υπήρχε μόνο κίνηση ξανά, θα ήταν η απάντηση στο ερώτημα. Γιατί η γλώσσα ανθοβολεί κεραυνό. Δίνη.
Αυτή η μεταφορά σε ένα επίπεδο συμμετοχικά διανοητικό και άνευ επιθυμίας, ενδυναμωμένο από αυτήν τη συνθήκη ανιδιοτελούς αρέσκειας, ενδεχομένως αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για το στήσιμο της παράστασης Beckett 3b της Έρσης Πήττα, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, την περασμένη εβδομάδα. Πράγματι, η αισθητική πρόταση, συναρθρωμένη στη γλώσσα των αντικειμένων, ήταν ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα. Λιτή η χρήση τους, μεταξύ των οποίων ένα κόκκινο γάντι του μποξ, μια ομπρέλα, ένα παπούτσι. Κάθε ένα από αυτά σαφώς και ενισχύει την ιδέα, ότι ένα αντικείμενο παραπέμπει σε μια σεξουαλική εκφορά και μεταφορά ενέργειας, από το σώμα-ιδιοκτήτη-όνομα στο όργανο-ενοικιαστή-επίθετο. Η ενέργεια διαχέεται από το σώμα στο σωματικό, από το σύνολο στο υποσύνολο. Με μια δουλεμένη κινησιολογία, χωρίς μουσικές παρεκβάσεις, και ένα διπλής μορφής-γραπτό και ηχητικό- ερώτημα να ανθοβολεί. Υπήρξες, δεν υπήρξες, να μην είχες υπάρξει, μακάρι να υπήρχες ξανά. Ωραίο ερχόταν το τέλος, όπως ψιθυριζόταν. Ψίθυρος και πέταλο.
Ωστόσο, μολονότι η αισθητική πρόταση με αφετηρία τη γλώσσα των αντικειμένων και την επεξεργασία της κίνησης ήταν προσανατολισμένη προς την αναζήτηση ενός σκοπού, μιας διαμόρφωσης κατάστασης, αν επισκοπήσουμε την παράσταση-κείμενο, βασισμένη στην ιδέα του Μπέκετ, pardon αλλά Μπέκετ δεν ήταν. Μας έλειψε ο ρυθμός, η πορεία προς ένα σκοπό, η συμφιλίωση με το κείμενο. Και τούτο, διότι η διπλή κρίση, γλώσσας και αίσθησης, την οποία τα έργα του Μπέκετ κατέδειξαν και ανέδειξαν συγχρόνως, στην προκειμένη περίπτωση 3b συρρικνώθηκε μέσα σε μια επίπλαστη παρουσία. Η συγκόλληση των φράσεων, μην υπακούοντας σε μια συναθροιστική αρχή, -έντασης, αποδόμησης, διαφωράς- εμφανιζόταν ανειλικρινής και δίχως να πληροί τη γλώσσα του θανάτου. Καλός ο πειραματισμός αρκεί να υπάρχει και αναγκαιότητα. Σε όποια άλλη περίπτωση, εκ του αποτελέσματος, βγαίνουμε μισοί από τις αίθουσες, στερημένοι όντως από κάθε επιθυμία αλλά και από ηδονή συγχρόνως. Για την προφορά, την καταφορά, τη φορά την ίδια. Χίλιες φορές να μην ακούγαμε τίποτε. Ας υπήρχε μόνο κίνηση. Μακάρι να υπήρχε μόνο κίνηση ξανά, θα ήταν η απάντηση στο ερώτημα. Γιατί η γλώσσα ανθοβολεί κεραυνό. Δίνη.
No comments:
Post a Comment