Η πρώτη μου μέρα στο γυμναστήριο. Με νέα αθλητικά, που πήρα σε τιμή κόστους, 27€, Asics. «Θα πρέπει να είσαι πολύ τυχερή», με ενημερώνει η κοπέλα που με εξυπηρέτησε. «Όλες έρχονται και ρωτούν γι’ αυτό το μαύρο αθλητικό αλλά έχουν μείνει μόνο 2 νούμερα, 37 και 37 ½ . «Εμένα περίμενε», σχολιάζω και αφήνω το 37 ½ να βρει τη δική του τύχη στα πόδια.. από τη Φωκίωνος Νέγρη και ακόμη παραπέρα… Και γιατί τώρα καλοκαιριάτικα, γυμναστήριο Joe Weider? Διότι, έχοντας εξασφαλίσει, με ούτε 160€ ευρώ, το γυμναστήριο ενός έτους, στην ουσία έπιασα, κι εγώ, μια πόρτα για το χειμώνα. Αν αγριέψουν τα πράγματα, και τα lagavullin υποστούν περικοπές, θα πηγαίνω με μια πράσινη στο γυμναστήριο.
Θα τη βρει το βολιώτικο κεφάλι, τη λύση. Κι ας τρώει σαμποτάζ, η λέξη, στο ηλεκτρονικό σύστημα, που προτείνει την αλλαγή σε «βοιωτικό». Εντάξει, μεγάλωσα στα Άσπρα Σπίτια, εκεί, στους βωξίτες της Ιτέας παραπλεύρως, αλλά ο Βόλος, που συνδυάζει βουνό και θάλασσα, (ςς, μην το πείτε σε Λαρισαίο) αξεπέραστος. Για τα τσίπουρα, τη Φακίστρα, τη Συκιά, τη μικρή Γορίτσα.
Την άφιξη του καινούριου, στο γυμναστήριο, τη μυρίζεις σαν τον αέρα της θάλασσας. Κυρίως από δύο πράγματα: πρώτον, δεν είναι άψογα οργανωμένος, με μπουκάλι και πετσέτα. Δεύτερον, δεν είναι σταθερό το βλέμμα μπροστά, αλλά κόβει κίνηση. Και πώς το βλέμμα να είναι ευθεία άμα βλέπει το ιδρωμένο είδωλο, να συνεχίζει τον αγώνα της θερμιδικής πτώσης; Μου φαίνεται, εκτός από νερό και πετσέτα, θα κουβαλώ και από μια αφίσα, να την τοποθετώ απέναντι. Ιδίως, αυτήν την περίοδο, που όλες οι τηλεοράσεις δείχνουν ποδόσφαιρο.
Μία οθόνη, ωστόσο, έδειχνε αυτό το σίριαλ του mega, που παρακολουθεί με «εμμονή» η γιαγιά μου στις 9. Κι αρχίζω το πείραμα. Κοιτώ ψηλά, να δω τι θα καταλάβω, χωρίς φωνή. Μ. Το συμπέρασμα; Αν δεν είχαν κινητά τηλέφωνα, η υπόθεση αυτού του σίριαλ δε θα μπορούσε να διεκπεραιωθεί. Απ’ το ένα τηλέφωνο στο άλλο έπεφτε το μάτι. Θυμήθηκα οπότε, το σχόλιο του Νίκου Δήμου, στη lifo, για το παιδάκι που ρώτησε τη μαμά του, αν είχαν κινητά, στην εποχή του Χίτσκοκ. Επ’ ευκαιρία, την είδα κι εγώ την ταινία, Dial m for murder στο «Θησείον». Να προσθέσω, λοιπόν, ότι, όχι μόνο η κινητή τηλεφωνία καταργεί κάθε μυστήριο και θρίλερ, αλλά η σίριαλ νοοτροπία –οι σίριαλ killers- σκοτώνουν τη μυθοπλασία και άρα, το μυστήριο. Πώς, λοιπόν, το παιδί να πιστέψει στο μυστήριο, αν από τα 11 είναι με ένα κινητό, για να ενημερώσει, πού βρίσκεται, μετά τη μπάλα και τα αγγλικά; Και βέβαια, στην προκειμένη περίπτωση, σκοτώνονται, αντί να γυμνάζονται, οι μύες.
Είχα αυτή τη συζήτηση, περί μυστηρίου, και με φίλους. Ένα κλειστό περιβάλλον, του οικισμού, βοηθά να έχεις ιδέες και, κοινώς, σε αφήνει στην πολυτέλεια, να είσαι στον κόσμο σου. Αντίθετα, στο περιβάλλον της πόλης και σε επαφή με τις πολλαπλές εξωτερικές δραστηριότητες, ενδεχομένως να στραφείς σε κάτι πιο σταθερό για επαγγελματικό προσανατολισμό, εφόσον το απρόοπτο και το νέο προσφέρονται από τη ζωή στην πόλη. Άρα, ζώντας σε έναν οικισμό, μπορεί να σπουδάσει κάποιος – με φωτογραφίζω μήπως;- Επικοινωνία και Μ.Μ.Ε στο ΕΚΠΑ . Αλλιώς, βλέποντας τα πρακτικά ζητήματα, μ… εντάξει.
«Θα εξαντλήσουμε το διάλογο», άκουσα τη ρήση του Γ. Παπανδρέου στις ειδήσεις. Και το διάλογο, τον άκουσα σαν διάβολο, έτσι που προφέρθηκε, υπονοώντας «θα εξοντώσουμε το διάβολο». Όντως. Σήμερα, δεν υπάρχει διάλογος, υπάρχει η διεκπεραίωση: με κινητά και συνοπτικές, συγκυριακές διαδικασίες. Γι’ αυτό και η Μπακογιάννη με τα στελέχη, που αναζητούν το όνομα του κόμματος, όπως διάβασα σε δημοσιεύματα, ας ονομάσουν το νέο κόμμα «Συγκυρία». Ούτε δημοκρατία ούτε ανανεωμένη μεταρρυθμιστική αριστερά. Καλοκαιριάτικο, με το να προφέρεις όλον αυτό το σιδηρόδρομο, έχει κοπανήσει η πόρτα και έχεις μείνει κλειδωμένος απέξω. Ωραίες οι αρμοδιότητες, αλλά από πόρους τι νέα; Είναι, τώρα, ο σκοπός, του φρέσκου Κουβέλη, να αναζητηθούν οι ανανεωμένες δυνάμεις της αριστεράς; Από πού θα ανανεωθούν; Άσε που η «ανανέωση» δεν ηχεί και αποτελεσματικά, όσο η συγκυρία. Η συγκυρία έχει και το –ρ-, όπως στα σκυλάκια, που τα φωνάζουμε Ρίκο, Αντρέ (οκ, οι υπερρεαλιστές ζωόφιλοι) Ραχήλ κ.λπ. Αντί να έχουν ανανέωση, ας αρχίσουν το κουβάλημα. Ως γνωστόν με τις ζέστες: σκάσε και κολύμπα.
Χτες λοιπόν, στο γυμναστήριο, ήταν και ένας διπλανός παρατρεχάμενος. «Παρατρεχάμενος» επειδή δεν μπορούσε να διακόψει τη ροή του προγράμματος, -σαν να είχε ξεκινήσει εξ’ ουρανού ο διάδρομος, τι να πω- και δε γινόταν να πάει στο διπλανό άδειο διάδρομο, για να βλέπει ποδόσφαιρο. Με ρωτά ευγενικά, -έτρεχαν ιδρώτες στο μεταξύ- για να αλλάξουμε κανάλι στην τηλεόραση που έβλεπα εγώ, ενώ είχα πιάσει σοβαρή δουλειά, συλλέγοντας νοήματα, για να τα διευκρινίσω με τη γιαγιά (να έχουμε και ένα θέμα συζήτησης στο τηλέφωνο). Τέλος-πάντων, πού να ήξερε τώρα ο άνθρωπος, συμφωνώ. Ήθελα περιπαικτικά να του πω «πάντως, να ξέρεις, αυτό τώρα δε σε βοηθάει», αλλά το παιδί δεν με ήξερε, και το χιούμορ μου ενίοτε αγχώνει εκρηκτικούς και μη ανθρώπους. Οπότε ως εκεί. Γεγονός είναι ότι, απ’ το σίριαλ, γυρίσαμε στην μπάλα.
Και μπράβο, στην Εθνική, που χτες το απόγευμα έβαλε 2 στη Νιγηρία. Πολύ το χάρηκα, ενώ δε μπορούσαμε να μιλήσουμε από το θόρυβο και τον πανηγυρισμό. Η Εθνική και η Οδύσσεια, Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, ο Ηλίας και η Οδύσσεια. Χτες το μεσημέρι περνώντας από τη Φειδίου, βλέπω τον τίτλο Ιλιάδα και Οδύσσεια: Ilias und Odyssee. Και με τη σκέψη μου στον Ηλία, που θα κάνει το live με τη φρέσκια μπάντα, στις 24 Ιουνίου, στο After Dark, Διδότου και Ιπποκράτους, αναλογίζομαι, πόσο Οδυσσέας είναι, ή τουλάχιστον νιώθει, όποιος έχει τρέλα και κάνει πράγματα δικά του, έκκεντρα και για να αποκτήσει φωνή μέσα από αυτά.
Θα επανέλθω με σπασίμπα (ευχαριστώ), σπακόινα νότσι (καληνύχτα) και ερμπούζ (καρπούζι).
No comments:
Post a Comment