Τα φώτα της τάξης στο δρόμο
Χάνονται στην άπορη στροφή
Μ’ αφήνουν στα τυφλά σκυφτή
Από οπωροφόρο μένος να γράφω
Γνωρίζοντας για την κρεμάλα
Για τα ρέστα των γραμμάτων
Μέσα σε σκιερούς κάμπους
Προσπαθώντας να διασώσω
Ένα μη ευθυνοβόλο δέντρο
Δείχνουν οι δείκτες και πέντε
Έφυγαν τα μεσάνυχτα αλλά
Επί της Εθνικής δεν με δείχνει παρά
Αυτό το λίγο φως του ειδώλου η θηλιά
Του λείπει μόνο όπως η λήθη κάνει το εγώ
Δυνατό αλλά ξένο στον εαυτό του τότε
Μαζί σε άλλα καθίσματα πάνω πιο πολλοί
Συνηθισμένοι διώκτες της βιο-συνήθειας
Ταξιδιώτες με σφιχτά δόντια
Μέσα σε ασφαλή άλλοθεν
Αναγνώσματα της δόξας κουκουλώνονται
Συνεργάζονται δυο χέρια στην ανάγνωση
Όπως στο τζόγο, στη σκόνη, στη μόδα, τώρα
Αντέχοντας ένα κλιματιστικό ή τον ψυχρό
Χρόνο στο πούλμαν με μια αναπάντεχη βράχνα
Για τα χέρια το άεργο σαββατοκύριακο θαλάσσης
Σύντομα ξημερώνει αν και κανείς
Δε μιλά, δε βλέπει ή δεν ακούει πόσο
Τα φώτα πάλι απευθύνθηκαν αλλού
Ανεκτίμητες μπορούν να φανούν
Οι ανεπάρκειες των προσώπων όταν λείπουν
Στη θάλασσα διασώζονται τουλάχιστον
Όπως στα χνάρια της βράχνας που κρατά
Το μεγάλο θυμό μέσα της σαν θυμάρι
Σάλιο αξόδευτο μπαχαρικά ή χάρη ώσπου
Σε τάξη θα ανταποκρίνεται στις κλήσεις
Το λογισμικό του σώματος πρωί Δευτέρας
Πορείας αμφιβόλου η γλώσσα προκαταβάλλει
Καθώς ακόμη τίποτε δεν έχει υποπέσει σε ορισμό
Χάνονται στην άπορη στροφή
Μ’ αφήνουν στα τυφλά σκυφτή
Από οπωροφόρο μένος να γράφω
Γνωρίζοντας για την κρεμάλα
Για τα ρέστα των γραμμάτων
Μέσα σε σκιερούς κάμπους
Προσπαθώντας να διασώσω
Ένα μη ευθυνοβόλο δέντρο
Δείχνουν οι δείκτες και πέντε
Έφυγαν τα μεσάνυχτα αλλά
Επί της Εθνικής δεν με δείχνει παρά
Αυτό το λίγο φως του ειδώλου η θηλιά
Του λείπει μόνο όπως η λήθη κάνει το εγώ
Δυνατό αλλά ξένο στον εαυτό του τότε
Μαζί σε άλλα καθίσματα πάνω πιο πολλοί
Συνηθισμένοι διώκτες της βιο-συνήθειας
Ταξιδιώτες με σφιχτά δόντια
Μέσα σε ασφαλή άλλοθεν
Αναγνώσματα της δόξας κουκουλώνονται
Συνεργάζονται δυο χέρια στην ανάγνωση
Όπως στο τζόγο, στη σκόνη, στη μόδα, τώρα
Αντέχοντας ένα κλιματιστικό ή τον ψυχρό
Χρόνο στο πούλμαν με μια αναπάντεχη βράχνα
Για τα χέρια το άεργο σαββατοκύριακο θαλάσσης
Σύντομα ξημερώνει αν και κανείς
Δε μιλά, δε βλέπει ή δεν ακούει πόσο
Τα φώτα πάλι απευθύνθηκαν αλλού
Ανεκτίμητες μπορούν να φανούν
Οι ανεπάρκειες των προσώπων όταν λείπουν
Στη θάλασσα διασώζονται τουλάχιστον
Όπως στα χνάρια της βράχνας που κρατά
Το μεγάλο θυμό μέσα της σαν θυμάρι
Σάλιο αξόδευτο μπαχαρικά ή χάρη ώσπου
Σε τάξη θα ανταποκρίνεται στις κλήσεις
Το λογισμικό του σώματος πρωί Δευτέρας
Πορείας αμφιβόλου η γλώσσα προκαταβάλλει
Καθώς ακόμη τίποτε δεν έχει υποπέσει σε ορισμό
No comments:
Post a Comment