Ένα ποίημα δίνει την αφορμή, οι ερμηνείες να γίνονται αισθητές σαν οι θαυμάσιες όψεις και το περιεχόμενο μιας κατάστασης αναγκαίας, από το γεγονός και μόνο, ότι τροφοδότησε την ποιητική δημιουργία. Ερμηνεύοντας Το Αίμα του Ποιητή, δίνεται η αφορμή, μέσα από σπονδυλωτά ποιητικά επεισόδια, να σκιαγραφήσουμε το θαυμάσιο γράφημα της τραγικής ανθρώπινης ύπαρξης, το οποίο σαφώς προϋποθέτει και ένα αυτοβιογραφικό υποκείμενο: ένα αφηγηματικό εγώ, ή ένα εγώ που αισιοδοξεί να γίνει αυτό που μπορεί, ώστε από αφηγήσιμο να αναβαθμιστεί σε κάτι οριστικό, άρα σε αφηγηματικό. Αυτό το ιστορικό εγώ κυριαρχεί γύρω από αυτήν την ειλικρινή και εξαντλητική περιστροφική ομολογία από και για τη ζωή συγχρόνως.
Ότι «κάθε ποίημα είναι ένα οικόσημο, που πρέπει να αποκρυπτογραφηθεί», καταγράφεται μόλις από την έναρξη της ταινίας. Αυτό που παρατηρούμε να εξελίσσεται, ωστόσο, είναι το εννοιολογικό πλαίσιο της τραγικότητας, ενόσω το εμπλουτίζουν κοντινά πλάνα, όπως είναι του γυναικείου αγάλματος δίχως χέρια, του καθρέφτη και του ειδώλου-βυθού, αλλά και του μαστίγιου με το τζάκι και το παιδί σε θέση αγγέλου. Από τη διαρκή κίνηση της σπείρας, στο κέντρο της οποίας διαπιστώνεται πάντα το κενό, μια σφηνωμένη τρύπα, μέχρι την παρακινητική έλλογη σκέψη του αγάλματος προς τον ποιητή-άνθρωπο, «δοκίμασε, να δοκιμάζεις πάντα», μια μοντέρνα ρήση-παράλληλη παραπομπή στο αρχαιοελληνικό «πάντα να αριστεύεις», συμπεραίνουμε τη σύμφυτη ελληνικότητα του μύθου της Αντιγόνης στα έργα του ευρωπαϊκού πολιτισμού και κινηματογράφου, που συνωμοτούν με αυτήν τη βαθύτερη ανάγκη, το κινηματογραφικό έργο να μεταχειριστεί «προνομιακά» τον άνθρωπο, δηλαδή να ξεφύγει από τον καταπιεστικό νόμο της δράσης, για να εντρυφήσει στο υπαρξιακό πρόβλημα: στο προπατορικό και αναπόφευκτο θέαμα του αίματος. Όταν δεν υπάρχει αμάρτημα ούτε συμφέρον αλλά ο άνθρωπος αναζητά το ριζικό του, πέρα από τα όρια και τις ρίζες, τότε ''αποστομώνεται'' από την ίδια την προσωπική ιστορία του, εντός της οποίας καταβυθίζεται. «Όταν καταστρέφεις αγάλματα, διατρέχεις τον κίνδυνο να γίνεις ένα, ο ίδιος», υποδηλώνεται από τον Κοκτό. Στην ουσία, υποκρύπτεται ότι, η πράξη της ωρίμανσης υπεκφεύγει της αγαλλίασης, και κατ’ επέκταση της κυριαρχίας των αγαλμάτων. Ώστε η τέχνη και μόνο, που συνιστά την ολική επαναφορά των ερειπίων και την άρση της καταστροφής μπορεί να προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα, να «δει» τον εαυτό του. Η δυνατότητα, να «δούμε» τον εαυτό μας, δεν προσφέρεται παρά μέσα από την τέχνη, και πιο συγκεκριμένα μέσα από το ποίημα. «Η θανάσιμη πλήξη της αθανασίας», μια απόρροια της παγκοσμιότητας του πολιτισμού, καθιστά ευάλωτο το σύγχρονο ραπισμένο άνθρωπο, σαν να είναι ένα άγαλμα από χιόνι, ένα φυσικό δείγμα πολιτισμού, ή μάλλον ένα ανεπανόρθωτο αμάλγαμα και των δύο: ερείπιο για τη φύση και από τον πολιτισμό. Η αγελάδα με τον παγκόσμιο χάρτη φαίνεται ότι «πλήττει» το σύγχρονο άνθρωπο, που αντιμετωπίζει μια σύγχυση, προς τα πού να στραφεί: προς την ιδιωτική συνείδηση ή τη δημόσια διαχείριση.
Από τις συζητήσεις με τίτλο Κινηματογράφος και Ποίηση, που κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αιγόκερως (Αθήνα 1986), ας υπενθυμίσω αυτό που και ο ίδιος ο Ζαν Κοκτό είχε δηλώσει στον Αντρέ Φρενιό: «η δική μου δέσμευση συνίσταται στο να αφήνω τον εαυτό μου να χαθεί στα έσχατα και πιο άβολα βάθη της ύπαρξής μου. Το να ‘‘δεσμευθώ’’ και εξωτερικά θα σήμαινε πως πρόδωσα την υπόσχεση που έδωσα. Στην εποχή μας ο ελεύθερος άνθρωπος περνιέται για δειλός, ενώ στην πραγματικότητα δεν διασφαλίζει ούτε ένα μέρος όπου θα μπορούσε να σωθεί από τα χτυπήματα. Τον πετροβολούν απ’ όλες τις πλευρές, μοιάζει σαν το άγαλμα από χιόνι στην ταινία μου Το αίμα ενός Ποιητή».
Ο Ζιροντού του έλεγε : «Είσαι το ιδεώδες αλεξικέραυνο που εκτρέπει τους κεραυνούς από πάνω μας». Είναι στο χέρι των ποιητών, να εκτρέπουν αυτό (το ράπισμα) που δεν αποτρέπεται.
Από τις 20/5 στους κινηματογράφους
ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ -LE SANG D’UN POETE – THE BLOOD OF A POET-ΓΑΛΛΙΑ-1930-55′
Σκηνοθεσία: Ζαν Κοκτό (1889-1963)
Ηθοποιοί: Ενρίκ Ριβερό, Ελίζαμπεθ Λι Μίλερ, Πολίν Καρτόν, Οντέτ Ταλαζάκ.
Διανομή: NewStar
No comments:
Post a Comment