14.5.10

Περιμένοντας στο καφέ και με τα φυτά τριγύρω.

3 ήταν τα είδη των φυτών: το φυσικό, το ψηφιακό εξ’ αποστάσεως, και το διπλανό που πετούσε τα φύλλα του φωνάζοντας. Και τα τρία φυτά κοιτούσαν την καλοπέρασή τους: το φυσικό δίκαια, περιμένοντας να ποτιστεί από το ξένο χέρι, το ψηφιακό δικαιολογημένα, έχοντας το πάνω χέρι, εντεταλμένο να ποτίζει τον κοινό και ξένο νου, και το τρίτο, το φωνασκούν και εγγύτερο, άδικα και αδικαιολόγητα, σπαταλώντας την υγρή σιωπή των άλλων. Και τα τρία φυτά ήταν μεσογειακής, ελληνικής προέλευσης. Αμ τι!

Παρατηρούσα τρίτους, λοιπόν εχτές, για να με έχω, υπό κάποιον έλεγχο, ενώ περίμενα μια φίλη μου, λογίστρια, για ένα καφεδάκι στο Μουσείο. Τρόπον τινά, μες στη σιωπή μου, γινόμουν και κυρίαρχη της κατάστασης: κυρία με αυτοκυριαρχία. Πόσο συχνά, όμως, δε συμβαίνει να εμπλεκόμαστε σε σχέση με τους άλλους, στη δουλειά αλλά και στους δρόμους της πόλης, πολλές φορές, σε καταστάσεις έντασης, ώστε να χάνεται η αυτοκυριαρχία, τόσο η δική μας όσο και των άλλων; Ούτε μία ούτε δύο φορές έχει συμβεί. Επιπλέον, η ένταση δεν είναι ανεπρόκοπης προέλευσης. Γι’ αυτό ας ψαχτούμε. Ύποπτο το αίσθημά σου, ύποπτο…

Γιάλομ, Γιάλομ, τι έχεις να συμβουλέψεις για την ένταση στην επικοινωνία; Κοιτώ ξανά το σημειωματάριο, με την ελπίδα ότι το πρώτο απ’ όλα, που ανοίγω, έχει την απάντηση. Άμα έχεις πολλά, έχεις και περισσότερους λόγους για να ψάχνεις…

Στο βιβλίο Θεωρία και Πράξη της Ομαδικής Ψυχοθεραπείας, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα (έκδοση του 2006), ο Ίρβιν Γιάλομ-στη σελίδα 239 αυτή τη φορά- αναφέρει:

«Ψάξτε με κάθε δυνατό τρόπο να καταλάβετε τα μηνύματα που αφορούν τις σχέσεις σε κάθε επικοινωνία. Αναζητήστε τη δυσαρμονία ανάμεσα στη λεκτική και στη μη λεκτική συμπεριφορά. Δείξτε ιδιαίτερη περιέργεια, όταν υπάρχει κάποια αρρυθμία σε μία συναλλαγή: όταν, για παράδειγμα, η ένταση μιας απάντησης φαίνεται δυσανάλογη με τη δήλωση, που αποτέλεσε το ερέθισμα, ή όταν μια απάντηση μοιάζει άστοχη ή δε βγάζει νόημα.
Σε τέτοιες στιγμές αναζητείστε διάφορες πιθανότητες:
λ.χ. ΠΑΡΑΤΑΞΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ (ο δέκτης βιώνει τον πομπό με μη ρεαλιστικό τρόπο), ή ΜΕΤΑΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ (ο δέκτης απαντά με ακρίβεια όχι στο έκδηλο περιεχόμενο αλλά σε ένα άλλο επίπεδο επικοινωνίας) ή ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ (ο δέκτης αντιδρά όχι στην παρούσα συναλλαγή αλλά σε συναισθήματα που προέρχονται από προηγούμενες συναλλαγές)».

Δεν ξέρω αν το έχετε ήδη καταλάβει, αλλά φυσικά: το λυχνάρι του Αλαντίν ήταν βιβλίο. Απλώς, το βιβλίο είχε περισσότερο βάρος και, στη θέση του, για τα γυρίσματα του παραμυθιού, προτιμήθηκε το λυχνάρι. Λόγω κιλών, και τότε, κυλιστήκαμε στην αβεβαιότητα και εις την «κάρα-μαντική», μια σύγχρονη μέθοδο σπασίματος του κεφαλιού, ενώ παίζει πασιέντζα και προσπαθεί να μαντέψει το μέλλον, πίνοντας τίλιο. Το τίλιο εξαφάνισε τον Καραμανλή. Μήπως παίζει και αυτό το σενάριο;

Ας επιστρέψουμε όμως, για να φτάσουμε κάποτε και στον προορισμό. Τι μπορούμε, λοιπόν, να αντιληφθούμε μέσα από το παραπάνω ένθετο κείμενο του Γιάλομ; Διαβάζοντας τα κείμενα του Ίρβιν Γιάλομ, είμαστε σε θέση να συνειδητοποιήσουμε ότι, η επικοινωνία δεν επαφίεται στο τώρα μόνο αλλά διανοίγεται σε ένα χρόνο φασματικό, ώστε και καθίσταται άκρως ενδιαφέρουσα, διά της αφήγησης, μέσα από τα «έκτακτα» περιστατικά.

Η επικοινωνία γίνεται αφήγηση όταν υπάρχει συμβάν. Συμβάν είναι το διαφορετικό, που εντοπίζεται διά της αυθεντικότητάς του. Εάν μάλιστα το διαφορετικό περιστατικό αφορά σε ένα συμβάν, τότε και με τα πρόσθετα δεδομένα, του Αλάν Μπαντιού για το συμβάν, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια «απόκλιση μεταξύ δυο αξιωματικά ομογενών πολλαπλοτήτων».

Ειδικότερα: σε αυτή την απόκλιση, στο συμβάν, οφείλουμε τη δημιουργικότητά μας. Εφόσον το συμβάν, εκ των πραγμάτων, δεν αφορά παρά σε μία ρήξη, εμείς αναγκαζόμαστε να γίνουμε δημιουργικοί, ώστε να αποκαταστήσουμε το κενό και να συγκολληθούν τα θραύσματα, που προκλήθηκαν από τη ρήξη. Αλλιώς, δε θα μπορούσε να ήταν. Έτσι έπρεπε να ήταν. Προσωπικά, εμπλέκομαι στις ρήξεις-συμβάντα, δίνοντας λαβή σε ποιήματα. Τι να κάνω κι εγώ, κάπως πρέπει να κινηθώ…

Οπότε γενικά πρέπει να «ευγνωμονούμε» το συμβάν. Είναι γνωστή η σημασία του ρήματος «ευγνωμονώ» αλλά πρέπει το νόημα να μας θυμίζει και την ενέργεια, που εσωκλείει. Αυτή η ενέργεια δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της αλήθειας. Διότι, γνώμονας είναι η αλήθεια.

Στο φάσμα του αφηγήσιμου χρόνου- και γι’ αυτό είναι ωφέλιμο να θυμάται κανείς- βλέπουμε πόσο οι πράξεις μας, έχουν επηρεάσει τις πράξεις του άλλου. Στις σημερινές -ως επί το πλείστον- εργασιακές σχέσεις, όμως, οι πράξεις αλληλεπίδρασης έγκεινται στην έλλογη συμπεριφορά και εικόνα. Άρα πρόκειται για σχέσεις ομιλίας.

Ο ρυθμός της ομιλίας, που σαφώς δείχνει και άλλα πράγματα, έξω-λεκτικά, πέραν της λογικής πληροφορίας, η οποία μεταφέρεται κάθε φορά, είναι πολύ κρίσιμος. Και η κρισιμότητα αυτού του ρυθμού συμβαίνει να αντανακλάται στο τώρα και σε ένα συγκεκριμένο χώρο. Όμως, απαντώντας το ρυθμό της ομιλίας του άλλου, ο πρώτος ρυθμός χτυπά στο δεύτερο, και από αυτόν το χτύπο, αυτομάτως προκύπτει μια σχέση φάσματος, εντός της οποίας παρεισφρέουν οι άλλοι τόποι και χρόνοι: τα επίπεδα.

Ένα παράδειγμα:
Τόπος: είμαστε σε γραφείο. Άρα και η σχέση επικοινωνίας είναι μια σχέση γραφείου. Αυτό, δηλαδή η τοπικότητα του σημείου, ως ιδιότητα και μόνο, καθορίζει τη σχέση ομιλίας αλλά και το ρυθμό της. Σημασία έχουν η ακρίβεια και η αμεσότητα στην παροχή της πληροφορίας. Όταν λοιπόν, ρωτώ: «τι στείλαμε στον τάδε;», περιμένω, στο πλαίσιο της σχέσης γραφείου, να μου απαντήσουν: «την πρόσκληση», ή «το υλικό της εκδήλωσης». Δηλαδή, αμέσως, περιμένω μια απάντηση περιεχομένου, γιατί το πλαίσιο και το context, τα γνωρίζω. Αν λοιπόν λάβω για απάντηση «ένα ημέηλ», δηλαδή, μια απλή δήλωση, που υπεκφεύγει της ευθύνης της εκφοράς της, τότε θα απαντήσω: «δε θα στέλναμε σοκολάτες». Και θα λάβω, εν συνεχεία, την άλλη απάντηση- σύσταση, να μιλώ καλύτερα.

«Καλύτερα». Αχ, αυτό το καλύτερα. Όσοι μιλούν για να δείχνουν καλοί, φλυαρώντας, πέφτουν στην παγίδα. Και δεν είναι δυστυχώς ευέλικτοι, να αντιληφθούν το χιούμορ, δηλαδή, το άλλο επίπεδο –της μετά επικοινωνίας του Γιάλομ-. Από την άλλη, όταν βλέπεις τον εαυτό σου σε σχέση με τον άλλο, σου αφαιρεί χώρο και ως εκ τούτου σε στεναχωρεί η κατάσταση, ο άλλος να εκφράζει έχθρα και απόρριψη, αλλά χωρίς να υπάρχει το επιχείρημα στο λόγο του. Υπάρχει πάλι η δήλωση, άρα η βρισιά σε όλο της το μεγαλείο. Ανευθυνότητα, συνεπώς, είναι και η μη συνειδητοποίηση θέσης και ρόλου. Η απώλεια των ορίων. Και συμβαίνει όταν ο άλλος δεν έχει μάθει να βλέπει τον εαυτό του σε σχέση με σένα, αλλά έχει παρωπίδες ευελιξίας και διπλωματίας.

Είναι το πιο εύκολο, από όλα τα σενάρια, να διατυπώνεις. Αυτό όμως, η ευκολία άνευ ευθύνης, είναι και το πρόβλημα της επικοινωνίας. Για την ακρίβεια; Η ευκολία δεν είναι επικοινωνία. Είναι φλυαρία και αντιαισθητική. Όπως όταν είσαι στο δρόμο της τρίτης Σεπτεμβρίου, εκεί κοντά στη Βικτώρια, και βλέπεις μια πολυκατοικία με άσπρη εξώπορτα του κιτς. Άμα ρίξεις το βλέμμα σου, όπως και το σάλιο, δεν το παίρνεις πίσω! Λες όμως, να τολμήσεις, και κοιτάς φιλόδοξα ως την κορυφή. Ας σημειώσω ότι, πριν από λίγες μέρες το είδα, αυτό που περιγράφω. Οπότε, αφού έχω δει τα λουλούδια στα μπαλκόνια, τι με καλωσορίζει στην κορυφή; Σε λένε το κορίτσι του Μάη… Στην καρδιά σου μια σημαία δε χωράει… Μια ελληνική σημαία με καλωσορίζει!
Ε, αυτή η πολυκατοικία του κιτς, της άσπρης πόρτας και της γαλανόλευκης σημαίας ορίζει χωροταξικά το ελληνικό πρόβλημα της ομιλίας άνευ περιεχομένου και επιχειρημάτων. Αυτό το πρόβλημα της φλυαρίας θυμίζει παιδιάστικη συμπεριφορά και επιπολαιότητα. Σαν τα φυτά του καφέ. Τι τη θέλαμε την τηλεόραση σε κάθε καφετέρια και ταβέρνα; Τόσες δήθεν πολυτέλειες εγκαταστάθηκαν ενώ τα πράγματα είναι απλά. Και από το απλό ευχαριστιέται κανείς, όχι από το κιτς.

Ένα απλό σαββατοκύριακο εύχομαι.

Το δύσκολο που αρέσει:
Alain Badiou Από το είναι στο συμβάν, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2009

No comments: