16.3.10

Το Β' μέρος της συνέντευξης με τη Β. Ζορμπά - Ραμμοπούλου

*Όταν η ιστορία συναντά τη μυθοπλασία, τι μέλλει γενέσθαι;

Συνομιλώντας

με τη Βησσαρία Ζορμπά-Ραμμοπούλου,
συγγραφέα του μυθιστορήματος
Με την πορφύρα και τον χρωστήρα,
που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
(β' μέρος της συνέντευξης, που έχει δημοσιευτεί στον Καστρολόγο, τεύχος 5, Φεβρουάριος 2010).


Ο αναγνώστης ταυτίζεται με το Θεόφιλο ή/και τη Θεοδώρα. Διότι, εκτός από τη σύγκρουση στους δύο κόσμους των ιδεών, υπάρχει και η σύγκρουση των δύο φύλων.
Β.Ρ: Ακριβώς. Συγκρούονται επικοινωνιακά αλλά και μέσα σε έναν κοινωνικό χώρο. Από μόνο του, το παλάτι είναι ένας ιδιαίτερος κοινωνικός χώρος. Τόσο τα δικαιώματα όσο και οι υποχρεώσεις -των μεν και των δε- έχουν καθοριστεί εξαρχής, όμως, στην πορεία, ο αναγνώστης βλέπει τον τρόπο με τον οποίο ο χαρακτήρας του καθενός εκφράζεται, προσπαθώντας να σπάσει τα δεσμά, που του επιβάλλονται.
Και ο Θεόφιλος αντιτάσσεται στα δεσμά, επιθυμώντας τα πράγματα να ήταν διαφορετικά, αλλά και η Θεοδώρα επιδιώκει να σπάσει δεσμά. Δε με απασχόλησε ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο. Ήθελα να τους δω και τους δύο ως ανθρώπους, με σάρκα και οστά, που είχαν «πιστεύω» και υπερασπίζονταν, με ειλικρίνεια, τις ιδέες τους. Φαίνεται, βέβαια ότι ο πιο δυνατός χαρακτήρας, που ευνοήθηκε και λόγω συγκυρίας, επικρατεί στο τέλος. Σε τελική ανάλυση, μια ασθένεια οδήγησε το Θεόφιλο στο τέλος. Δεν γνωρίζουμε ποια θα ήταν η εξέλιξη των γεγονότων, αν αυτή η συγκυρία δεν υπήρχε.

Ένας συγγραφέας στοιχηματίζει και στην ταύτιση του αναγνώστη με τα μυθικά πρόσωπα. Όταν δεν αρκείται να θαυμάσει τα πρόσωπα, αλλά κατανοεί τις σχέσεις και τα έντονα συναισθήματα, στα οποία και ο ίδιος είναι ευάλωτος, τότε ο αναγνώστης ταυτίζεται εμπράκτως;

Β.Ρ: Ακριβώς. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν συναισθήματα, με τα οποία τα επίσημα έγγραφα δεν καταπιάνονται. Αυτός είναι ο ρόλος του μυθιστορήματος. Μέσα από την αποτύπωση των πράξεων, ο συγγραφέας καλείται να αναδείξει, πέρα από τις ιδέες, τα ανθρώπινα συναισθήματα, τα οποία βέβαια συμβάδιζαν με την εποχή και τις ιδέες της.

Και από την ιστορία προκύπτει ότι ο έρωτας είναι μια έλξη αντιθέτων.

Β.Ρ:
Ακριβώς, ο έρωτας είναι μία πάλη αντιθέτων και ξέρουμε ότι καθόρισε τον έγγαμο βίο της Θεοδώρας. Ο τρόπος της εκλογής της καθόρισε τη σχέση τους, με τις ζήλιες και τις υποψίες για το αν διατηρούνταν η σχέση του Θεόφιλου με την Κασσιανή. Οπότε, το συναίσθημα το μαντεύεις. Όταν φτάνουν φήμες, προκαλούνται συναισθήματα, που καθιστούν τα πρόσωπα ευάλωτα. Για παράδειγμα η Θεοδώρα, πώς να μην ήταν ευάλωτη στη ζήλεια;

Μια άλλη ενδιαφέρουσα σχέση είναι του Ευδόκιμου και του Σισίνη, η οποία μοιάζει με σχέση πατέρα και υιού, επαληθεύσιμη από τη συγκυρία, όπου ο Σισίνης πρέπει να συνεχίσει την αποστολή του Ευδόκιμου.

Β.Ρ: Και το νόημα αυτής της σχέσης έγκειται στην πεποίθησή μου, ότι στη ζωή δεν διαλέγουμε τους ανθρώπους για να είναι δίπλα μας, στη βάση της λογικής, αλλά σύμφωνα με αυτό που μας λείπει. Όλοι είμαστε συναισθηματικά ευάλωτοι σε ανθρώπους, που μας θυμίζουν εμάς: είτε σαν χαρακτήρες, είτε σαν φάσεις που διανύσαμε στη ζωή μας. Οπότε αυτή η σχέση που φαίνεται τυχαία – ενώ, ο Ευδόκιμος, μπαίνοντας στο πανδοχείο, γνωρίζει τον Σισίνη- είναι, στην ουσία, μια επιλεγμένη σχέση και γι’ αυτό γίνεται μοιραία. Ο Ευδόκιμος αναγνωρίζει ‘‘κάτι’’ σε ένα ξένο πρόσωπο. Αυτό, το στοιχείο που αναγνωρίζει, είναι κάτι δικό του, ανεξάρτητα από το ότι δεν το συνειδητοποιεί. Το ίδιο συμβαίνει και στη ζωή. Αναγνωρίζουμε, σε κάποιον, κάτι δικό μας, ένα στοιχείο που πιθανότατα δεν είναι του χαρακτήρα μας, αλλά, όμως, μας λείπει. Με αυτόν τον τρόπο το ένα πρόσωπο ‘‘πλησιάζει’’ το άλλο και χτίζονται οι σχέσεις. Γι’ αυτό, δεν είναι τυχαίο που ο Σισίνης αναλαμβάνει το ρόλο του Ευδόκιμου.

Φαίνεται ότι το κάθε όνομα, τρόπον τινά, έχει προδιαγράψει την ιστορία του.

Β.Ρ: Ασχολήθηκα πολύ με την ιστορία των ονομάτων της βυζαντινής εποχής. Αυτά τα ονόματα ήταν συνηθισμένα με βάση την εποχή τους: άλλα χρησιμοποιούνταν τον πέμπτο αιώνα και άλλα τον ένατο. Έπρεπε, επομένως, πέρα από τα ονόματα που υπήρχαν σε ιστορικές πηγές, να αναζητήσω τα γεωλογικά κείμενα. Μέσα από αυτά τα κείμενα, μπόρεσα να δω κάθε περιοχή ποιους αγίους τιμούσε. Και από την άλλη, είναι γνωστό ότι στη βυζαντινή περίοδο, η χριστιανική ονοματοθεσία, η οποία γινόταν ταυτόχρονα με το βάπτισμα, έκρυβε μια προσδοκία. Δηλαδή, κάποιος βαπτιζόταν «Σωτήριος», με την προσδοκία να μοιάσει στο Σωτήρα-Χριστό, διαδραματίζοντας τον αντίστοιχο ρόλο.

Ισχύει ότι «Nomen» ίσον «Omen».

Β.Ρ: Ακριβώς, η κρυμμένη προσδοκία υπάρχει, οπότε και καθορίζει το χαρακτήρα. Μέσα από την επιλογή των ονομάτων, και σε συνδυασμό με την κοινωνική τάξη, από την οποία κάποιος προέρχεται, η ιστορία μπορεί και διαμορφώνεται. Βεβαίως, την ιστορία διανθίζουν πολλά πρόσωπα, πολλά από τα οποία έχουν και παρατσούκλια.

Οπότε, το να κληρονομούν τα παιδιά ονόματα των παππούδων, είναι έθιμο της Αναγέννησης;

Β.Ρ: Ναι, γενικότερα, η γενεαλογία στο Βυζάντιο δεν είχε τον ίδιο ρόλο με της Δύσης. Στο Βυζάντιο, το κληρονομικό δικαίωμα ήταν πιο εξασθενημένο. Ακόμη και στην περίπτωση του θρόνου, η δημιουργία των δυναστικών οίκων είναι των ύστερων χρόνων. Δηλαδή, δεν ήταν απαγορευτικό να αναρριχηθείς στο θρόνο, αν δεν ήσουν γιος βασιλιά. Οι περισσότεροι βασιλείς είχαν λαϊκή καταγωγή. Δεν υπήρχε αυτός ο βασικός καθορισμός, το σύστημα των τάξεων, όπως υπήρχε στη Δύση. Οι δυναστείες είναι χαρακτηριστικό των τελευταίων χρόνων. Οι κληρονομικές καταβολές- υλικές- δεν ασκούσαν τον ύψιστο ρόλο.

Σε συνδυασμό με αυτό, βλέπουμε ότι στο μυθιστόρημα υπάρχει το ιδανικό της δικαίωσης. Για παράδειγμα, στο τέλος, ο Σισίνης δικαιώνεται και ανταμείβεται.

Β.Ρ:
Είναι ένα πιστεύω της εποχής, ότι το καλό δικαιώνεται και ανταμείβεται στο τέλος, καθώς και ότι ο κακός τιμωρείται. Αυτή είναι μια Βυζαντινή, χριστιανική πεποίθηση. Διαβάζοντας για άλλες θρησκείες και λαούς, συνειδητοποίησα ότι, για παράδειγμα, στο Ισλάμ ο Θεός δεν είναι δίκαιος και ούτε οφείλει να είναι. Ο Θεός για το Ισλάμ είναι παντοδύναμος. Με βάση αυτό, ερμηνεύεται ο κόσμος. Στο Βυζαντινό και Χριστιανό πολίτη, αυτό, ο Θεός να μην παίρνει μέρος στο δίκαιο και στο άδικο, θα ήταν αδιανόητο.

Βέβαια, εδώ, πρέπει να δούμε και πώς εμείς αποδίδουμε ένα ηθικό περιεχόμενο στις έννοιες. Για έναν Ισλαμιστή η δύναμη μπορεί να σημαίνει δικαιοσύνη.

Β.Ρ: Βέβαια. Πρέπει να αναλογιστούμε τη σημασία που αποδίδουμε στον όρο «δικαιοσύνη», ώστε να δούμε πού έγκειται το δίκαιο και πού το άδικο. Η γενική σύλληψη, αν ο Θεός είναι δίκαιος ή άδικος, ή/και αν οφείλει να είναι, γίνεται επίκαιρη και ανήκει στην εποχή της, διότι οι άνθρωποι την εμπλουτίζουν με τις δικές τους αξίες.
(συνεχίζεται)

το Α' μέρος της συνέντευξης:
http://lego4.blogspot.com/2010/03/blog-post_6912.html

No comments: