8.4.09

Silent café-bar η Ευδαιμονία

Τελικά, δεν θα πρέπει να μας απασχολεί το πότε οι καπνιστές θα εξοριστούν από τα καφέ και τα μπαρ, αλλά πότε θα δημιουργηθεί ένα café-bar αυστηρώς ακατάλληλο διά μπλαμπλάτορες, που αρνούνται να συνυπάρξουν σε ένα χώρο, δείχνοντας σεβασμό στην παρουσία του άλλου γενικά, αν όχι ειδικά, στην παρουσία του διπλανού που διαβάζει. Αυτό το Silent café-bar ‘‘η Ευδαιμονία’’, θα το υποστήριζα με βαθιά σιωπή και εγκαρτέρηση, δυστυχώς, όμως, ένας τέτοιος τόπος ηρεμίας στην πόλη, προς το παρόν, δεν υπάρχει.

Πολλές φορές, ωστόσο, όποιος δεν μπορεί παρά να γίνεται μάρτυς των ξένων συμβάντων χωρίς νόημα, σε ένα, συμπαθητικό κατά τα άλλα, αλλά θορυβώδες καφέ, διαπιστώνει πως οι Έλληνες είμαστε ένας κεφάτος, κωμικοτραγικός λαός, μέχρι του κομβικού σημείου, που ενώνει τα θέματα των μεσημεριανών εκπομπών με αυτά που συζητιούνται σε μια προσωπική συνάντηση, όπως είναι, συνήθως, η συνεύρεση σε ένα καφέ. Συνοπτικά, αναφέρομαι στα θέματα των συζητήσεων, τα οποία έρχονταν εκ δεξιών και αριστερών, αναποδογυρίζοντας την αυτοσυγκέντρωσή μου.
Από αριστερά, λοιπόν, για όση ώρα έπινα έναν espresso, καθόταν ένα ζευγάρι, στα 25-28 περίπου, και συζητούσαν για το ιδανικό μπλουζάκι, πιο συγκεκριμένα, για την ιδανική στάμπα στο μπλουζάκι. Ο νέος-που θέλει να είναι ωραίος- επιμένει δυναμικά στη γνώμη του, ότι τη στάμπα, τη θέλει μετρίου αναστήματος, όπως αυτός, σε μια υποθετική διαφήμιση, που θέλει, οπωσδήποτε, τα μακαρόνια να είναι μασκέ. Και, όπως μαθαίνω σε ανοιχτή ακρόαση, η κοπέλα του ψάχνει, εν όψει της καλοκαιρίας, ένα κόκκινο μπλουζάκι με στάμπα, αλλά και οι δύο συμφωνούν σε αυτό, ότι είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί κόκκινο μπλουζάκι, έτσι όπως το θέλει κανείς. Τι στόχος και αυτός, το κόκκινο μπλουζάκι με στάμπα!

Φύγαμε από αριστερά, πάμε δεξιά..

Από δεξιά, κάθονται δύο φίλες, εκ των οποίων η μία λέει στην άλλη για τη σχέση της. Περιγράφει, λοιπόν, ότι, όταν χτύπησε το κινητό της και ο φίλος της, που ήταν μπροστά, της είπε να το κοιτάξει, αυτή απάντησε ότι δεν ήταν το κινητό, ήταν η κοιλιά της, που γουργούρισε… Και αυτές ήταν γύρω στα 25, πιθανότατα. Λίγο πιο πέρα, από την ώρα που έφτασε ένα άλλο ζευγάρι, κοίταζα από πού ερχόταν διαρκώς η μουσική, ώσπου αντιλήφθηκα πως, τελικά, ήταν ο κύριος που άλλαζε συνέχεια τα ringtones, δείχνοντας τις δυνατότητες του κινητού του στην κυρία.

Και στο τέλος, λίγο πριν φύγω δηλαδή από το καφέ, φτάνουν δυο μισές οικογένειες, μαμά-παιδί στο τετράγωνο, από τις οποίες ένα κοριτσάκι σηκώνεται στις μύτες, ρωτώντας: ‘‘α, αυτή είναι η Ακρόπολη;’’…

Στην ακροθαλασσιά, καλύτερα, να ακούμε τα καράβια και τα κύματα
Ή στα καφέ των μουσείων… π.χ. (παραδείγματος χάριν) και μ. χ. (μετά χαράς)

Στο Καφέ του Νομισματικού Μουσείου
Κήπος του Νομισματικού Μουσείου
Πανεπιστημίου 12, Σύνταγμα
Επειδή… έχουν γνώση τα αγάλματα

No comments: